Σαν είναι να περάσεις τον Ισθμό

Σαν είναι να περάσεις τον Ισθμό
…φυλάξου από τον μπόμπιρα!

Του Χάρη Εφτανησιώτη

«Όταν πηγαίνεις στον Ισθμό, με σκάφος να περάσεις, σίγουρος να? σαι θα διαβείς, γιατί τους Λαστρυγόνες και τους Κύκλωπες δεν θα συναντήσεις, αλλ? ούτε και τον Ποσειδώνα αγριεμένο.. .». Έτσι θα μπορούσαμε να παραφράσουμε την «Ιθάκη» του Καβάφη, ταξιδεύοντας για τη Διώρυγα. Κι αυτό εξηγείται γιατί τα Ίσθμια είναι μια ήσυχη αγκαλιά, το κανάλι φαρδύ 25 μέτρα και η απόστασή μέχρι την Ποσειδωνία με αργή ταχύτητα θέλει μόνο 20 λεπτά.

Απ? όσο θυμάμαι μια φορά πριν από 15 χρόνια έγινε μια προσάραξη έξω στην αμμουδιά στα Ίσθμια! Ήταν ένα μικρό ξένο φορτηγό που κυριολεκτικά «έχασε τον μπούσουλά του» όχι επειδή οι καιρικές συνθήκες ήταν κακές, αλλά γιατί
-όπως έγραψε ο Τύπος- «ήταν όλοι του οι ναύτες μεθυσμένοι».

Το μόνο που έχω παρατηρήσει είναι πως όλα τα σκάφη που πρόκειται να περάσουν τον Ισθμό, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, είναι πάντοτε βιαστικά. Βιάζονται να μπουν στο κανάλι με το πρώτο, χωρίς καθυστέρηση. Με άλλα λόγια να είναι τυχερά και να μην περιμένουν πλοία που έρχονται από την Ποσειδωνία και καθυστερήσουν. Έτσι κι εμείς με ένα cruiser 65 πόδια προλάβαμε να περάσουμε φουλαριστοί και να ξεπεράσουμε το γκαζαδικάκι και το πανάδικο, που είχανε την ίδια ρότα.

Σκέψεις, περιμένοντας τον απόπλου…
Στο flying bridge τιμόνευε ο ιδιοκτήτης, παλιός καπετάνιος και εφοπλιστής που όργωνε για πολλά χρόνια τις θάλασσες. Κοίταξε με τα κιάλια και μου είπε:
– Δεν βλέπω θέση ελεύθερη στο ντόκο. (Έπρεπε να πλευρίσουμε για να κατέβει ο ίδιος για τις διατυπώσεις). Φτάσαμε στον προλιμένα και κράτησε το σκάφος πίσω από το στερνό πλαγιοδετημένο στην προβλήτα, ένα παλιό μακρύ δικάταρτο. Αρόδου στον προλιμένα ήταν ένα μικρό cruiser και το πανάδικο, που ήρθε το κατόπι μας.

Σταθήκαμε τυχεροί. Άδειασε η προτελευταία θέση και κινηθήκαμε παράλληλα στο δικάταρτο. Ο έμπειρος καπετάνιος διαπίστωσε γρήγορα πως είχε αντίθετο ρεύμα. Αναγκάστηκε να μανουβράρει μπρος-πίσω για να πέσει με την αριστερή μπάντα στην προβλήτα. 0 πλωριός κάβος πετάχτηκε, δέθηκε και ακολούθησε ο πρυμιός στη δέστρα. Μπαλόνια στη θέση τους κι ο καπετάνιος σβέλτος στη στεριά με τα χαρτιά.


Οι υπόλοιποι χαζεύανε την κίνηση. Μονάχα το ζευγάρι που έπαιζε μπιρίμπα στο σαλόνι δεν σάλεψε. Ο μοναδικός μπόμπιρας στο σκάφος, ο μικρός διαολάκος, κράτησε την υπόσχεση που έδωσε στη μάνα του, να μην βγει στο κατάστρωμα και κυκλοφορούσε στο σαλόνι και τους μέσα διαδρόμους.

Θυμήθηκα τη στερνή φορά που είχα περάσει τη διώρυγα με βαπόρι. Ήταν ένα κρουαζιερόπλοιο που πήγαινε στον Πειραιά από Ντουμπρόβνικ, Βενετία και Κέρκυρα. Το πιο φαρδύ πλοίο που πέρασε ποτέ τη διώρυγα. Θυμάμαι πως αρκετές φορές οι μπάντες του αγγίξανε τα χωμάτινα τοιχώματα…
Ο καπετάνιος γύρισε βιαστικός και ανέβηκε στη γέφυρα.
– Φεύγουμε ολοταχώς. Είμαστε οι τελευταίοι να περάσουμε γιατί θα ανοίξει
η πλωτή γέφυρα.

Το μικρό cruise προηγήθηκε. Μαζέψαμε κάβους και ακολουθήσαμε. Το προπορευόμενο έπλεε στη μέση του καναλιού με αργή σταθερή ταχύτητα, σύμφωνα με τον κανονισμό. Οι δυο μας με τον καπετάνιο στο flying bridge. Ήθελα να χαζέψω στη διαδρομή. Στα δεξιά μας καφετέρια σκιασμένη με κληματαριές. Οι λιγοστοί πρωινοί θαμώνες απολάμβαναν το καφεδάκι τους, παρακολουθώντας τα περαστικά σκάφη. Ήταν μια μέρα ζεστή και η ώρα 10.05. Ξαφνικά για πρώτη φορά είδα τον καπετάνιο ανήσυχο να κάνει νευρικές κινήσεις..

Καπετάνιος με ολύμπια αταραξία!
Εκείνο που χαρακτήριζε τον καπετάνιο, τον πολυταξιδεμένο θαλασσόλυκο, ήταν η ολύμπια αταραξία του στις δύσκολες στιγμές και η εμπιστοσύνη στις κινήσεις του. Θυμάμαι δύο περιπτώσεις που βρέθηκα μαζί του με σκάφη στη Δοκό (νησί στον Αργολικό) και την Πλάκα (επίνειο στο Λεωνίδιο). Στο πρώτο, μια μέρα με θαλασσοταραχή για να μην κουράσει τους φίλους του, διάλεξε να φουντάρει και να δέσει πρυμάτσα μπεντένι στα βράχια. Στη μανούβρα βρέθηκε κοντά στο διπλανό φουνταρισμένο μικρότερο σκάφος. Απ? όλους που μας παρακολουθούσαν από το κατάστρωμα, του μίλησε μόνο μια κυρία:

– Δεν βλέπετε; Και θα μας κτυπήσετε και θα προσαράξετε!
Ο καπετάνιος με το κλασικό κασκετάκι του και τα μαύρα γυαλιά την κοίταζε ατάραχος χωρίς να δώσει απάντηση.

Σε ένα λεπτό ήμασταν φουνταρισμένοι, με μανούβρα ολοκληρωμένη, πέντε ολόκληρα μέτρα μακριά τους. Όταν θέλησε να τους καθησυχάσει πως ούτε τους αγγίξαμε, ούτε προσαράξαμε, άντρες – γυναίκες είχαν εγκαταλείψει το κατάστρωμα…

Στο λιμανάκι της Πλάκας, την ώρα που κολυμπούσαμε στην πλαζ ένα ξαφνικό μπουρίνι έφερε το βαρύ και ψηλό σκάφος μας να πιέζει με τον όγκο του το διπλανά. Ο καπετάνιος με το μαγιώ έτρεξε στο σκάφος την ώρα που όλοι προσπαθούσαν να δέσουν κάβους. Μέσα στην αντάρα βιράρισε την άγκυρα στο μικρό έκταμα που είχε και έφερε με προσοχή το σκάφος προς τη δυτική πλευρά, που είχε ρηχά νερά μόνο για βάρκες. Φουντάρησε την άγκυρα νότια από εκεί που ερχόταν το μπουρίνι και ύστερα ξαναγύρισε ανάποδα ολοταχώς παράλληλα με το ρεμέτζο. Μέχρι οι υπόλοιποι απ? έξω να καταλάβουν, έστριψε το τιμόνι να ξαναμπεί στο ρεμέτζο και να πρυμνοδετήσει! Η μανούβρα παιζόταν στις δύο προπέλες και τη δύναμη του ανέμου. Την ώρα που είδα να κλείνουν οι άλλοι τα μάτια τους για να μη δουν το σίγουρο τρακάρισμα, ο καπετάνιος έβαλε το σκάφος στον πόντο, η άγκυρα κράτησε, οι πρυμάτσες αρπάχτηκαν στον αέρα και δέθηκαν σταυρωτά, χωρίς να αγγίξει το διπλανό σκάφος. Σε πέντε λεπτά ξαναγυρίσαμε για κολύμπι. Σε δέκα λεπτά το μπουρίνι καλμάρισε!


Η αποθέωσή του έγινε στη Μύκονο καλοκαιριάτικα. Τότε σε φορτσαρισμένο μελτέμι, βρέθηκε μέσα στο σκάφος, μόνο με το δεκαπεντάχρονο γιό του. Του έδωσε οδηγία για φούντο, γιατί πάνω στην άγκυρα θα στήριζε τη δύσκολη μανούβρα του, που θα γινόταν ολοταχώς. Το φούντο έγινε την κατάλληλη στιγμή και απόμενε το Γ για το μικρό ρεμέτζο που τον περίμενε ανάμεσα σε πλαγιοδετημένα σκάφη, που τα ταλαιπωρούσε ο άνεμος. Σταμάτησε σε λιγότερο από μισό μέτρο από την προβλήτα και χώθηκε ανάμεσα στo λιγοστό χώρο την ώρα που από τα δύο διπλανά σκάφη πηδούσαν στα επόμενα για να γλυτώσουν! Να πούμε τη συνέχεια. Τα μπαλόνια στη θέση τους, οι κάβοι λειτούργησαν και από το κατάστρωμα του πλοίου της γραμμής που περίμενε την άδεια για απόπλου οι επιβάτες ξέσπασαν σε χειροκροτήματα και φωνές, θαυμάζοντας τη ναυτοσύνη του καπετάνιου. Αυτός λοιπόν ο καπετάνιος ανήσυχος;

Είναι μακρύς ο Γολγοθάς…
Μόλις είχαμε ξεκινήσει, είδα βιαστικές κινήσεις. Το σκάφος αντί να πλέει στη μέση, πήγαινε προς την αριστερή μπάντα τής διώρυγας. Κατάλαβα, xωρίς να μιλήσω, ανυπακοή στο πηδάλιο. Δεν έδειξα ανησυχία. Παρατήρησα πως εγκατέλειψε το πηδάλιο και προσπάθησε να φέρει το σκάφος στη μέση με τιμόνεμα, δουλεύοντας ανάλογα τις προπέλες. (Πίσω το κανάλι ήταν άδειο και με τις γρήγορες κινήσεις είχαμε πλησιάσει κοντά στο προπορευόμενο cruiser).

Πιλοτάριζε το σκάφος από τους λεβιέδες, δίνοντας περισσότερη ταχύτητα στην αριστερή και λιγότερη στη δεξιά, πράγμα που το έφερνε πέρα από τη μέση προς τη δεξιό μπάντα. Και πάλι το ίδιο με αλλαγή στις ταχύτητες για να ξαναγυρίσουμε στη μέση. Είχαμε φτάσει πολύ κοντά στο προπορευόμενο που κρατούσε την ίδια σταθερή ταχύτητα. Κάποια στιγμή πρέπει να ένιωσε το βιαστικό ερχομό μας, γιατί άνοιξε ταχύτητα! Έτσι πέρα από το πρόβλημα με το πηδάλιο, ο καπετάνιος είχε ν? αντιμετωπίσει το αντίθετο ρεύμα και τα απόνερα από το προπορευόμενο σκάφος. Φαντάζομαι την έκπληξη στο μικρό cruiser που βλέπαμε περίεργες κινήσεις με το σκάφος μας να πηγαίνει από τη μια όχθη στην άλλη και μια ξοπίσω τους! Κάποια τιμή είτε φοβήθηκαν τον «ατζαμή» είτε κατάλαβαν το πρόβλημα, γιατί αύξησαν ικανοποιητικά ταχύτητα κι έφυγαν μπροστά. Ευτυχώς.

Το παιχνίδι με τους λεβιέδες δεξιά – αριστερά συνεχιζόταν με την προσπάθεια να κρατιέται το σκάφος μακριά από τις δύο όχθες. Τα πάντα έκανε ο καπετάνιος μέχρι «κράτει» και «ανάποδα» για να αποφύγει σύγκρουση με τα τοιχώματα. Για πρώτη φορά μέτρησα την αγωνία του. Το αόρατο χέρι του Ποσειδώνα ανακάτευε με την τρίαινα τα νερά, έτσι που δεν μπορούσαμε να κρατήσουμε σταθερή πλεύση. Μου φάνηκε πολύς χρόνος μέχρι να φτάσουμε στην πλωτή γέφυρα. Τα αυτοκίνητα μας περίμεναν για να περάσουν. Το cruiser είχε φτάσει στον προλιμένα στην Ποσειδωνία. Άνοιξε ταχύτητα και χάθηκε στον Κορινθιακό.


Ανακούφιση! Ώρα 10.27, ύστερα από 22 λεπτά στον προλιμένα με κράτει. Ο
καπετάνιος έσκυψε κάτω και φώναξε το βοηθό του, που εκείνη τη στιγμή ήταν στην πλώρη με ένα μακρύ γάντζο (είχε πάρει τα μέτρα του):
– Για κοίταξε Θανάση, μήπως στην κάτω τιμονιέρα είναι τραβηγμένος ο αυτόματος; Ήταν! Κι όμως κανένας δεν είχε κλειδώσει πορεία.

– Κοίταξε τα χέρια μου, είναι κόκκινα από την προσπάθεια, μου είπε ο καπετάνιος.

Το σκάφος ξεκίνησε ομαλά και το πηδάλιο άκουγε. Φύγαμε. Το μυστήριο δεν άργησε να λυθεί. Το ζευγάρι που καθόταν στο σαλόνι και έπαιζε μπιρίμπα, είπε δει πριν ακόμα ξεκινήσουμε στο κανάλι, το μικρό μπόμπιρα να κάθεται ήσυχα στο κάθισμα του κυβερνήτη στο κάτω πιλοτήριο. Φαίνεται πως κάποια στιγμή βρήκε δίπλα του μια κόκκινη πεταλούδα και την τράβηξε. Αυτό ήταν όλο! Είναι πάντως αλήθεια πως σε όλη τη διαδρομή στη διώρυγα, ήταν με τη μάνα του μέσα στο σαλόνι, χωρίς να τρέχει, χωρίς να φωνάζει και χωρίς να βγει στο κατάστρωμα.

Babies on board
Για τα παιδιά στη θάλασσα και στο σκάφος έχουν γραφτεί πολλά σε βιβλία και
περιοδικά. Για τη χαρά και την ανεμελιά των παιδιών, για τους κινδύνους που ελλοχεύουν γύρω τους, για τον εφιάλτη που περνάνε οι μεγάλοι στην αέναη επιτήρησή τους. Ακόμα και για τα κλασικά και απρόβλεπτα ατυχήματα που έχουν καταγραφεί. Για τον αυτόματο πιλότο όμως κανείς δεν έχει αναφέρει κάτι μέχρι σήμερα…

Κι έτσι επειδή ξεκινήσαμε με την «Ιθάκη» του Καβάφη, ύστερα από το παραπάνω περιστατικό, θα πρέπει να τελειώσουμε και να αλλάξουμε τον αρχικό μας στίχο:
«Όταν πηγαίνεις στον Ισθμό με σκάφος, κι εντός του κουβαλεί τον μπόμπιρα,
όσο μπορείς, φυλάξου! Για να ?σαι σίγουρος απόλυτα σε μπαλαούρο κλείστονε ή δέστονε με κάβο στο κατάρτι, αν θέλεις να περάσεις…»