Σφουγγάρια, οι πολύτιμοι… πόροι
ΓενικάΣυμβιώνει άνετε με φύκια ή ζει μόνο του, προσκολλημένο κάπου. Για να τραφεί, φιλτράρει ατέλειωτες ποσότητες νερού. Οι χημικές ουσίες που παράγει για να προστατευθεί από τους εχθρούς του, κάνουν μερικά είδη του πολύτιμα για τη φαρμακευτική βιομηχανία. Είναι το πιο απλό πολυκύτταρο ζώο: το σφουγγάρι.
Κάποτε, κάθε άνοιξη, δεκάδες στολίσκοι ετοιμάζονταν για απόπλου από τα Δωδεκάνησα. Ήταν τα πλοίο των σφουγγαράδων που, γύρω στα τέλη Απρίλη ή στις αρχές Μάη, ξεκινούσαν άλλοτε για κοντινά και άλλοτε για μακρινά ταξίδια για να γυρίσουν το φθινόπωρο φορτωμένα σφουγγάρια.
Η Σύμη, η Κάλυμνος, το Τρίκερι, η Λήμνος, η Νίσυρος, η Κάρπαθος, η Χάλκη αλλά και η Αίγινα, η Ύδρα και το Καστελλόριζο ήταν κάποτε σπουδαία σπογγαλιευτικά κέντρα. Αργότερα η δραστηριότητα περιορίστηκε σε ορισμένες περιοχές. Σε μέρη όπως η Σύμη και η Κάλυμνος, δεν χωρά αμφιβολία ότι η σπογγαλιεία όχι μόνο έχει βαθιές ρίζες, αλλά διαμόρφωσε την ίδια την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη των νησιών.
Με αχταρμάδες, τρεχαντήρια και «τεπόζιτα» (μεγάλες μπρατσέρες που συνόδευαν με τρόφιμα 2-3 μικρότερα σκάφη), με όλα τα σύνεργα της τέχνης τους και με τις καμπάνες του νησιού να ηχούν, οι σφουγγαράδες σαλπάριζαν για τη Μεσόγειο. Για να μαζέψουν τα καλύτερα σφουγγάρια στις ακτές της Ρόδου, στην Κρήτη και στην Πελοπόννησο αλλά και ως τις ακτές της Βόρειας Αφρικής, όπου έφθαναν με τα πανιά ή κωπηλατώντας. Οι κίνδυνοι πολλοί, κι αν το σφουγγαράδικο γύριζε με τη σημαία μεσίστια, ο θάνατος είχε χτυπήσει κάποιο δύτη…
«Μητρόπολη» των Ελλήνων σφουγγαράδων είναι βέβαια η Κάλυμνος. Φυτώριο βουτηχτάδων που η δραστηριότητα και η φήμη τους απλώθηκε σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο. Την τέχνη τους έχουν μεταφέρει ακόμα και στην Αμερική, στον Κόλπο του Μεξικού. Πολύ γνωστή είναι και η πόλη TarponSprings, στη Φλόριντα των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου πρωτοεγκαταστάθηκαν Αιγινήτες σφουγγαράδες. Σήμερα πολλοί κάτοικοί της είναι Καλύμνιοι και άλλοι Δωδεκανήσιοι Ελληνοαμερικάνοι που συνεχίζουν την παράδοση.
Η Spongia officinalis και η παρέα της
Με το μάλλον… επίσημο όνομα Spognia officinalis είναι γνωστό το είδος που όλοι γνωρίζουμε σαν κοινό σφουγγάρι. Σήμερα που τα τεχνητά σφουγγάρια αφθονούν στην αγορά, δύσκολα μπορούμε να αντιληφθούμε τη σημασία που είχε κάποτε το είδος αυτό για τους ανθρώπους. Ήδη από τα Ομηρικά χρόνια υπάρχουν αναφορές για τη χρήση του σφουγγαριού σε διάφορες οικιακές εργασίες. Ο Ήφαιστος πλένεται με ένα σφουγγάρι πριν φορέσει το χιτώνα του, οι υπηρέτες του Οδυσσέα καθαρίζουν τα τραπέζια μετά τα γεύματα των μνηστήρων της Πηνελόπης. Αργότερα το σφουγγάρι χρησιμοποιήθηκε στη γραφή και τη ζωγραφική.
Πρώτος ο Αριστοτέλης υπέθεσε ότι το παράξενο αυτό πλάσμα είναι ζώο. Πράγματι, τα σφουγγαράκια είναι οι πιο απλοί, πολυκύτταροι ζωικοί οργανισμοί. Έχουν διάφορα χρώματα και σχήματα και ζουν από 20 έως 50 χρόνια. Σήμερα υπάρχουν γύρω στις πέντε χιλιάδες είδη σφουγγαριών, από αυτά όμως πολύ λίγα έχουν εμπορική σημασία.
Τα σφουγγάρια δεν έχουν όργανα, αποτελούνται όμως από κύτταρα πολλών ειδών που το καθένα κάνει και μια συγκεκριμένη εργασία. Τρέφονται φιλτράροντας με τους εκατοντάδες πόρους τους το θαλασσινό νερό. Οι θρεπτικές ουσίες κατακρατούνται μέσα σε ένα πολύπλοκο εσωτερικό δίκτυο καναλιών, όπου και πέπτονται. Κάθε ώρα, τα ιδιόμορφα αυτά ζωάκια, φιλτράρουν δέκα φορές τον όγκο τους σε νερό.
Οι χαρακτηριστικοί πόροι των σπόγγων έδωσαν την ονομασία τους στο φύλλο όπου ανήκουν, τα Porifera (που φέρουν πόρους). Τα περίπου 5.000 είδη σπόγγων διακρίνονται σε τρεις ομάδες, δηλαδή στους Υαλοσπόγγους (Exactinellida), στα Δημοσπόγγα (90% των γνωστών ειδών, όπου ανήκει και το κοινό, εμπορεύσιμο σφουγγάρι) και στους Ασβεστοσπόγγους.
Φυσικά, το κίτρινο σφουγγάρι που γνωρίζουμε να πουλιέται στους κλασικούς τουριστικούς πάγκους στα νησιά μας, δεν είναι παρά ο επεξεργασμένος σκελετός του ζώου. Στο φυσικό του περιβάλλον το ζωντανό εμπορικό σφουγγάρι είναι γκρίζο και η διάμετρος του μπορεί να φτάσει τα 35 εκατοστά.
Αν και τα αποθέματα του Spongia officinalis έχουν μειωθεί σημαντικά, πλήθος άλλων ειδών κυριαρχεί στις ελληνικές θάλασσες. Λίγα μόλις μέτρα από την επιφάνεια συναντάμε την κόκκινη κρούστα του Crambecrambe, τους κίτρινους κρατήρες της Aplysina aerophoba ή τις νεφροειδές Chondrosia reniformis. Βαθύτερα οι πληθυσμοί, τα είδη και οι όψεις αυξάνουν εντυπωσιακά.
Από τα πιο κοινά είδη σφουγγαριών στις ελληνικές θάλασσες είναι το Απλυσίνα αερόφοβα (Aplysina aerophoba). Το σχήμα του θυμίζει δάκτυλα ενωμένα ή μια σειρά μικροσκοπικών ηφαιστείων με μια τρύπα-κρατήρα στην κάθε κορυφή. Η ονομασία «αερόφοβα» έχει να κάνει με το γεγονός ότι το κίτρινο χρώμα του μετατρέπεται σε σκούρο ιώδες μόλις εκτεθεί στον αέρα.
Το συναντάμε κυρίως σε πετρώδεις αλλά και σε αμμώδεις βυθούς, όπου συμβιώνει με κυανοφύκη, που παράγουν και του εξασφαλίζουν ένα μεγάλο μέρος της διατροφής του. Μέσα στους μικροσκοπικούς πόρους του ζουν διάφορα είδη βακτηρίων που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή φαρμάκων.
Πόροι και… ιδιωτική ζωή
Η λειτουργία των πόρων στα σφουγγάρια είναι αξιοθαύμαστη. Η ροή του νερού δίνει τροφή, οξυγόνο και χρησιμεύει στην αποβολή των απεκκρίσεων. Οι σπόγγοι έχουν την ικανότητα να ρυθμίζουν αυτή τη ροή συστέλλοντας διάφορα ανοίγματα. Μερικά είδη σπόγγων φιλτράρουν κάθε μέρα έως και 20.000 φορές τον όγκο τους σε νερό, «παγιδεύοντας» το 90% των βακτηρίων που περιέχει.
Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελούν οι σπόγγοι της οικογένειας των Cladorhizidae που αιχμαλωτίζουν και τρέφονται με μικρά οστρακοειδή. Πρώτα οι σκληρίτες τους κολλάνε στο σκελετό των οστρακοειδών και, στη συνέχεια, κύτταρα στέλνονται γύρω από τη λεία για να τη χωνέψουν!
Μερικοί σπόγγοι αναπαράγονται με εκβλάστηση, διαδικασία κατά την οποία μια διακλάδωση αποκόπτεται από το ίδιο το σφουγγάρι ή «σπάει» στη διάρκεια μιας θύελλας, σχηματίζοντας έναν νέο οργανισμό. Οι περισσότεροι όμως σπόγγοι είναι ερμαφρόδιτοι, παράγουν δηλαδή τόσο αρσενικά όσο και θηλυκά αναπαραγωγικά κύτταρα, σε διάφορες στιγμές.
Αφού παραχθεί το σπέρμα, συγκεντρώνεται και στη συνέχεια εκτοξεύεται στο νερό, συχνά μάλιστα σε τόσο πυκνή μάζα ώστε ο σπόγγος φαίνεται σαν να καπνίζει. Το σπέρμα αυτό αιχμαλωτίζεται από θηλυκούς σπόγγους του ίδιου είδους. Εκεί, ειδικά κύτταρα το οδηγούν στα ωάρια. Οι ζυγώτες που προκύπτουν από τη γονιμοποίηση αναπτύσσονται σε βλεφαριδοφόρες προνύμφες. Μερικοί σπόγγοι τις απελευθερώνουν σύντομα, ενώ άλλοι τις κρατούν για αρκετό καιρό. Όταν βρεθούν στο νερό,οι προνύμφες εγκαθίστανται στο βυθό και εξελίσσονται σε νεαρούς σπόγγους. Επίσης, οι ζωντανοίσπόγγοι έχουν μεγάλες δυνατότητες αναγέννησης.
Τα περισσότερα είδη σφουγγαριών είναι θαλάσσιοι οργανισμοί. Τους συναντάμε σε όλα τα πλάτη της Γης, σε ρηχά αλλά και σε πολύ βαθιά νερά. Έχουν λίγους κυνηγούς (εκτός από τα είδη που κυνηγούν οι άνθρωποι φυσικά). Λίγα είδη ψαριών, θαλάσσιων σαλιγκαριών και χελωνών τρώνε τους σπόγγους. Αντίθετα, οι σπόγγοι προσφέρουν άσυλο σε πολλά είδη ζώων. Μέσα σε ένα είδος σπόγγου, έχουν καταγραφεί 16.000 διαφορετικά είδη ζωικών οργανισμών.
Αν και οι σπόγγοι ζουν συνήθως προσκολλημένοι στο ίδιο μέρος, μερικοί είναι ικανοί να μετατοπίζονται έως 4 χιλιοστά την ημέρα όταν βρίσκονται σε ενυδρεία. Δεν είναι γνωστό εάν αυτή η κίνηση είναι σημαντική και στο φυσικό τους περιβάλλον. Μερικοί πάντως έχουν παρατηρηθεί να «τρυπώνουν» μέσα σε κελύφη θαλάσσιων οργανισμών ή σε σκελετούς κοραλλιών κατατρώγοντας σιγά σιγά φλούδες ασβεστώδους υλικού.
Μια ακόμα περίπτωση είναι κάποιος σπόγγος να κατοικήσει και στο άδειο κέλυφος που χρησιμοποιεί και ένας ερημίτης κάβουρας (πάγουρος). Το αποτέλεσμα είναι ένας σπόγγος που… κάνει βόλτες!
Πως αλλάζουν οι καιροί
Τα γένη Spongia και Hippospongia είναι τα αντιπροσωπευτικότερα εμπορεύσιμα σφουγγάρια, αυτά που έκαναν τους Δωδεκανήσιους σφουγγαράδες γνωστούς σε όλο τον κόσμο αλλά που επίσης σήμαναν τόσους κινδύνους για τη σωματική ακεραιότητα και την ίδια τη ζωή τους.
Κάποτε, οι σφουγγαράδες καταδύονταν χωρίς προστατευτικά σκάφανδρα. Οι «γυμνοβουτηχτάδες» όπως λέγονταν, εξακολούθησαν να υπάρχουν και μετά την εισαγωγή σκάφανδρων. Και όχι γιατί απλά έτσι είχαν συνηθίσει, αλλά και γιατί η χρήση των σκάφανδρων έφερε περισσότερους θανάτους από τη νόσο των δυτών. Η τεχνική πρόοδος πάντως άλλαξε τα πράγματα και, ως το 1895, οι «γυμνοβουτηχτάδες» είχαν σχεδόν εκλείψει. Σήμερα, χρησιμοποιούνται ειδικά σκάφανδρα και άλλες σύγχρονες συσκευές, κι όσοι ασχολούνται με τη σπογγαλιεία δεν μαθαίνουν πια την τέχνη εμπειρικά αλλά εκπαιδεύονται στην Κρατική Σχολή Δυτών της Καλύμνου (που αυτή την εποχή είναι κλειστή αλλά ελπίζεται ότι θα επαναλειτουργήσει).
Σήμερα, πάντως, ούτε τα σφουγγάρια είναι όπως παλιά. Ο πρώτος εχθρός των εμπορεύσιμων ειδών ήταν η υπεραλίευση, αλλά δεν ήταν ο μόνος. Τα σφουγγάρια είχαν ήδη μειωθεί κατά πολύ όταν, το 1986, μια περίεργη ασθένεια άρχισε να καταστρέφει και αυτά που απέμεναν.
Η νήσος των… σφουγγαράδων
Οι παλιοί σφουγγαράδες έχουν να λένε για την αφθονία των σφουγγαράδων που υπήρχε κάποτε στην Ανατολική Μεσόγειο. Στις ακτές της Κύπρου, της Κρήτης, της Σαρδηνίας, συναντούσαν πάνω από 200-300 σφουγγάρια σε κάθε 100 τετρ. μέτρα βυθού. Πριν την επιδημία που εξαπλώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1980, ο αριθμός των σφουγγαριών στην ίδια επιφάνεια ανεκμετάλλευτης περιοχής είχε πέσει περίπου στα εκατό. Μετά το πρόβλημα, η μέση πυκνότητα δεν ξεπερνά τα 50.
Οι ασθένειες των σπόγγων δεν είναι συχνές, έχουν όμως εμφανιστεί και στο παρελθόν τόσο στη Μεσόγειο όσο και στην Καραϊβική. «Ανάμεσα στο 1985 και στο 1988, οι εμπορεύσιμοι σπόγγοι ουσιαστικά εξαφανίστηκαν από πολλές περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου», λέει ο βιολόγος Γιάννης Παντέλης, «και έτσι καταστράφηκε η σπογγαλιεία η οποία αποτελούσε τον κύριο κλάδο οικονομικής ανάπτυξης του νησιού της Καλύμνου, με αποτέλεσμα να αυξηθεί η ανεργία και ένας παραδοσιακός κλάδος της αλιείας να τείνει να εξαφανιστεί.Το κράτος, ως συνήθως, δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα αναπροσανατολισμού των σπογγαλιέων με αποτέλεσμα με αποτέλεσμα οι σπογγαλιείς να βρεθούν χωρίς αντικείμενο εργασίας και να στραφούν έτσι σε άλλες δραστηριότητες καταδυτικές πολύ πιο επικίνδυνες. Πρέπει λοιπόν να βρεθούν νέοι τρόποι απασχόλησης των σπογγαλιέων όπως καταδυτικός τουρισμός, πειραματική αλιεία, καταδυτικές επισκευές πλοίων ή λιμενικών έργων ώστε να ανακάμψει ξανά η οικονομία του ακριτικού αυτού νησιού και να σταματήσει η εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση που μαστίζει»
Τι όμως προκάλεσε την ασθένεια των σπόγγων; «Η ασθένεια οφείλεται σε παθογόνους μικροοργανισμούς που καταστρέφουν πρώτα τις εξωτερικές ινώδεις στοιβάδες των ζωντανών σπόγγων και προχωρούν γρήγορα στο υπόλοιπο σώμα τους» , εξηγεί ο κ. Παντελής. «Σήμερα, το πρόβλημα δεν έχει εκλείψει. Η έρευνα για τις αιτίες που προκάλεσαν την επιδημία συνεχίζεται. Σύμφωνα με τις πρόσφατες απόψεις, η ασθένεια σχετίζεται με την αύξηση της θερμοκρασίας της θάλασσας. Σε εμάς μπορεί να φαίνεται σημαντική, αλλά δεν ισχύει το ίδιο για τα βακτήρια που ζουν συμβιωτικά με τα σφουγγάρια, και που είναι πάρα πολλά- αποτελούν το 40% του βάρους ενός ζωντανού σπόγγου. Φαίνεται ότι με την αύξηση της θερμοκρασίας, αυξήθηκαν οι πληθυσμοί των βακτηρίων αυτών και μερικά έγιναν παθογόνα. Κάτω από τα πενήντα μέτρα βάθος οι σπόγγοι δεν έχουν προσβληθεί, αφού εκεί η θερμοκρασία φαίνεται ότι είναι πιο σταθερή».
Καθώς από τη δεκαετία του ’60 μέχρι σήμερα, οι περιοχές όπου ευδοκιμούσαν τα σφουγγάρια άρχισαν να γίνονται όλο και φτωχότερες, οι οικονομικές συνέπειες ήταν σημαντικές. Οι τιμές των Μεσογειακών σφουγγαριών αυξήθηκαν απότομα και η αγορά κατακλύστηκε από σφουγγάρια χαμηλότερης ποιότητας από την Καραϊβική και τον Ειρηνικό. Οι εξαγωγές πολλών μεσογειακών κρατών έπεσαν στο μηδέν. Σήμερα το συνθετικό σφουγγάρι έχει τουλάχιστον ανακουφίσει τους φυσικούς πληθυσμούς από την υπεραλίευση. Παράλληλα, οι επιστήμονες έχοντας συνειδητοποιήσει πόσο πολύτιμα είναι τα σφουγγάρια στη φαρμακευτική βιομηχανία, μελετούν τρόπους για την αποτελεσματικότερη προστασία τους.
Πράγματι, οι χημικές ουσίες που παράγουν τα σφουγγάρια σαν όπλα στον «αγώνα της επιβίωσης» τα καθιστούν σπουδαίους χορηγούς πρώτων υλών για φάρμακα. Και τα εκχυλίσματα κάποιων ειδών σφουγγαριών εμφανίζονται με ιδιαίτερα υψηλές τιμές στους καταλόγους των εργαστηριακών προϊόντων.
Καλλιεργώντας σφουγγάρια
Όλα αυτά δείχνουν πόσο σημαντική μπορεί να είναι η καλλιέργεια σφουγγαριών- μια δραστηριότητα που όχι μόνο μπορεί να αποτρέψει την εξαφάνιση των καλής ποιότητας σφουγγαριών, αλλά και να τροφοδοτήσει τη φαρμακευτική αγορά με πολύτιμα προϊόντα.
Από την αρχή του περασμένου αιώνα, έχουν γίνει πειράματα σπογγοκαλλιέργειας με πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Στην Κούβα, και στα νησιά της Μικρονησίας, λειτουργούν ήδη οικονομικά βιώσιμες σπογγοκαλλιέργειες. Μια πιλοτική εφαρμογή έγινε το 1998 και στην Κάλυμνο. «Στην ουσία ήταν ένα διπλό πείραμα, που κάναμε εμείς εδώ και οι Ιταλοί επιστήμονες στην περιοχή Paraggi της Λιγυρίας», εξηγεί ο κ. Γιάννης Παντελής, “Το δικό μας πείραμα, που έγινε στον όρμο Βαθύ, αφορούσε δύο από τα δημοφιλέστερα είδη εμπορεύσιμων σπόγγων, τα Spognia officinalis και τα Hippo spongia communis. Σε βάθος 15 μέτρων, και κοντά σε 30 κλουβιά ιχθυοκαλλιέργειας, τοποθετήσαμε τέσσερις μεταλλικές δομές και πάνω σε αυτές εγκαταστήσαμε 350 τεμάχια σφουγγαριών κομμένα σε διαστάσεις 4 επί 4 εκατοστά, αφού πρώτα τα περάσαμε σε νάιλον πετονιά όπως περνά κανείς πέρλες σε περιδέραιο.” Τμήματα πλαστικού σωλήνα χρησιμοποιήθηκαν για να κρατηθούν σε συγκεκριμένη απόσταση τα δείγματα.
Τα αποτελέσματα ήταν κάτι παραπάνω από ενθαρρυντικά: «Το είδος Spognia officinalis είχε ένα ποσοστό επιβίωσης κοντά στο 70% ενώ το Hippo spongia communis 100%. Όπως παρατηρήθηκε, η διαδικασία αναγέννησης ξεκινά αμέσως. Σε 2-3 ημέρες οι σπόγγοι ξανακτίζουν την εξωτερική, προστατευτική στοιβάδα τους. Μέσα σε ένα μήνα οι σπόγγοι έχουν αναδιοργανωθεί πλήρως». Το παράλληλο πείραμα στην Ιταλία, εξέτασε τις δυνατότητες σπογγοκαλλιέργειας για είδη που ενδιαφέρουν τη φαρμακευτική βιομηχανία.
Η τοποθέτηση του πειράματος κοντά σε κλωβούς ιχθυοκαλλιέργειας δεν ήταν τυχαία. Πράγματι στις περιοχές εντατικής καλλιέργειας ιχθυοκαλλιέργειας έχουν παρατηρηθεί φαινόμενα ρύπανσης και ευτροφισμού. Το μεγαλύτερο πρόβλημα παρατηρείται στην περιοχή του βυθού που βρίσκεται ακριβώς κάτω από τα επιπλέοντα κλουβιά όπου ανατρέφονται ψάρια, κι όπου οι οργανισμοί του βυθού δέχονται μια πραγματική «βροχή» από σωματίδια που πολύ σύντομα οδηγούν σε ευτροφισμό. «Η δραστηριότητα «φίλτρου» που έχουν τα σφουγγάρια μπορεί να περιορίσει τη ρύπανση αυτή, αφού οι σπόγγοι έχουν τη δυνατότητα να κατακρατούν γύρω στο 80% των βακτηρίων. Ο συνδυασμός ιχθυοκαλλιέργειας και σπογγοκαλλιέργειας προσφέρει έτσι ένα διπλό αποτέλεσμα: εμπορεύσιμους σπόγγους και καθαρό νερό», τονίζει ο κ. Παντελής. «Καθώς συνήθως οι κλωβοί των ιχθυοκαλλιεργειών τοποθετούνται σε προστατευμένες από τα ρεύματα περιοχές (όπου η κυκλοφορία του νερού δεν είναι έντονη), γίνεται φανερό πόσο πολύτιμη μπορεί να είναι αυτή η συνδυασμένη δραστηριότητα και για την ορθολογική διαχείριση των παράκτιων περιοχών»
Δυστυχώς, το πιλοτικό πρόγραμμα σπογγοκαλλιέργειας που έγινε στην Κάλυμνο το 1998 δεν έχει βρει, έως σήμερα τουλάχιστον, συνέχεια. Σίγουρα όμως θα το άξιζε.