Κουφονήσια. Μια ομορφιά ασύνδετη.
Προορισμοί«Αν ήταν να διαλέξω ένα μέρος για να προτείνω να επισκεφτείς με σκάφος, τότε θα επέλεγα το Πάνω και το Κάτω Κουφονήσι»
Κρυφές παραλίες, αξέχαστες εικόνες, απέραντο «πράσινο γαλάζιο». Σίγουρα εκεί κάναμε τις πιο εξωτικές βουτιές της ζωής μας.
Φτάσαμε στο πάνω Κουφονήσι, το οποίο βρίσκεται προς τα βορειοανατολικά, αργά το απόγευμα έπειτα από αρκετό κοπάνημα. Άλλωστε γίνεται να πας Κεντρικές Κυκλάδες χωρίς κοπάνημα;
Δέσαμε στον όρμο του οικισμού, που έχει «άνοιγμα» προς τα νότια και μπροστά την παραλία, σε βάθη 3-5 μέτρων. Ο βυθός είναι αμμώδης επομένως αποτελούσε σχετικά ασφαλές αγκυροβόλι.
Υπάρχουν βέβαια και άλλες επιλογές όπως ο μώλος στα δυτικά της παραλίας (εκεί δένει και το πλοίο της γραμμής άρα επιτρέπεται μόνον όταν δεν αναμένεται το πλοίο) και στη βορειότερη πλευρά στον Παριανό όπου είναι το αλιευτικό καταφύγιο του νησιού και είναι προφυλαγμένο από τους περισσότερους καιρούς και μονάχα 30 λεπτά από τον οικισμό.
Βέβαια, μιας και είναι το αγκυροβόλιο των ψαράδικων δύσκολα βρίσκει κανείς ρεμέτζο διαθέσιμο, όμως αν συνεννοηθείτε με κάποιον ντόπιο ψαρά μπορείτε να το χρησιμοποιήσετε.
Αυτό που πρέπει να προσέξετε αν βρείτε και θέλετε να δέσετε με την πλώρη είναι μην πιάσετε κάποιο ρεμέτζο από τα ψαράδικα που βρίσκονται στον πυθμένα.
Αφού χαλαρώσαμε για λίγο βγήκαμε αμέσως για φαγητό.
Ο οικισμός ήταν όπως τον είχαμε φανταστεί, χτισμένος στα πρότυπα της κυκλαδίτικης αρχιτεκτονικής. Περιπλανηθήκαμε για λίγο στα σοκάκια και κάτσαμε για φαγητό.
Ψάρι ασφαλώς. Στον Καπετάν Νικόλα. Το ευχαριστηθήκαμε και χαλαρώσαμε μέχρι το βραδάκι όπου αφού ήπιαμε ένα ποτό επιστρέψαμε εξαντλημένοι για ύπνο.
Την επόμενη το πρωί ήρθε η ώρα για το πρώτο μπάνιο.
Αφού ψάξαμε για την πιο όμορφη παραλία, βρεθήκαμε βόρεια του όρμου Πορί, στον όρμο του Ξυλομπάτη.
Αυτό που αντικρύσαμε ήταν απλά υπέροχο.
Δυο θαλάσσιες σπηλιές που ξύπνησαν το αίσθημα του εξερευνητή μέσα μας.
Τις κολυμπήσαμε και τις δύο. Η μία είναι διαμπερής (η μακρόστενη) και η δεύτερη κρύβει μια παραλία στο εσωτερικό της.
Και οι δύο ήταν υπέροχες.
Απολαύσαμε ήσυχοι και ανενόχλητοι το μπάνιο μας μέχρι το απόγευμα.
Το βραδάκι φάγαμε πάλι στη χώρα, αυτή τη φορά αστακομακαρονάδα στην ταβέρνα «Αταίριαστοι» πίνοντας ούζο.
Τόσο ούζο ώστε να κλείσει η βραδιά μας όπως ακριβώς την σχεδιάζαμε. Αλέγρα χωρίς ίχνος άγχους με τον ρομαντισμό και την ελπίδα να μας κατακλύζει.
Την επόμενη ημέρα, σειρά είχε το Κάτω Κουφονήσι προς τα νοτιοδυτικά. Ένας πορθμός 200 μέτρων χωρίζει το πάνω από το κάτω Κουφονήσι. Το νησί είναι πια ακατοίκητο αλλά με τόσο μαγευτικά νερά.
Είδαμε την Παναγία από μακριά και βουτήξαμε στα καταγάλανα νερά.
Ανάμεσα στο Πάνω και στο Κάτω Κουφονήσι υπάρχει μια βραχονησίδα το Γλαρονήσι όπου έχει τόσο διάφανα πράσινα νερά που νομίζεις ότι κολυμπάς σε πισίνα. Φάγαμε σε μια ταβέρνα με το πιο νόστιμο αγριοκάτσικο που έχω γευτεί. Σ’αυτή την ταβέρνα γνωρίσαμε τον Τάσο.
«Κουφονησιώτη από πεποίθηση», όπως αυτοχαρακτηρίστηκε.
Τρομερός τύπος που κάνει κάθε χρόνο διακοπές στο νησί και που έγινε ο οδηγός μας την επόμενη ημέρα. Μας πήγε στην Κέρο την οποία αγαπάει για την άγρια ομορφιά της.
Η Κέρος βρίσκεται ανατολικά του κάτω Κουφονησίου. Βρήκαμε αγκυροβόλιο σε έναν ορμίσκο στη νότια πλευρά, το οποίο όταν έχει μελτέμι καλό να το αποφύγετε καθώς πλήττεται από «σπηλιάδες».
Η Κέρος, αποτελεί σημαντικό αρχαιολογικό χώρο. Έχουν βρεθεί σε αρχαιολογικές ανασκαφές ευρήματα της πρωτοκυκλαδικής περιόδου 3.200 – 2.000 π.χ και την εποχή του χαλκού (3.200 π.χ.) ήταν ένα μοναδικό θρησκευτικό κέντρο πιθανόν παγκοσμίως.
Μοναδική ομορφιά, πράγματι άγρια. Αν και το νησί από το 1968 και μετά δεν κατοικείται εγώ ένιωσα παλμό…
Και κάπως έτσι έκλεισε το θαλάσσιο περιπλάνεμα μας στα Κουφονήσια.
Το τελευταίο βράδυ μας το περάσαμε με τον Τάσο στο σπίτι του φίλου του καπετάν Κωστή. Φρέσκο ψάρι και φιλοξενία σαν το «θαλασσινό αλάτι», δηλαδή με μια «γεύση» ασύγκριτη και αξέχαστη.
Απλά πράγματα, ουσιώδη. Ρακί, χωριάτικη σαλάτα, ψάρι τηγανητό, στη σχάρα και γέλιο πολύ γέλιο. Η συζήτηση μας έφτασε να κρατεί ως αργά τη νύχτα και πήγαμε για ύπνο μόνον αφότου είχαμε εξαντλήσει τη συζήτηση για τη θάλασσα, την πολιτική και τις γυναίκες. Ωραίες κουβέντες. Αντρίκιες αλλά σχεδόν ποιητικές.
Έτσι είναι οι ναυτικοί. Σε αγκαλιάζουν άμα δουν πως αγαπάς τη θάλασσα, πως ξέρεις να διαβάζεις τα σινιάλα της, σου ανοίγονται χωρίς γιατί.
Στα Κουφονήσια να πάτε αν θέλετε να βιώσετε μια ασύνδετη ομορφιά.
Αυτής της εξωτικής θάλασσας με την παράδοση.
Δεν ξέρω αν έχω ξαναδεί γιοτ να ταιριάζουν τόσο με ψαροκάικα.
Σαν να ήτανε γραφτό να πλέουν δίπλα-δίπλα.