Σχοινιά για το σκάφος, πόσο καλά τα ξέρουμε;

Του Μάκη Ματιάτου

Τόσο απαραίτητα όσο και το μέσο πρόωσης, τα σχοινιά συνυπάρχουν με τη ναυτιλία από τότε που γεννήθηκε το πρώτο σκάφος. Σήμερα το σχοινί είναι ακόμη ένα επίτευγμα της τεχνολογίας. Έχει απίστευτες αντοχές, εξαιρετική ανθεκτικότητα στον ήλιο, είναι φιλικό στα γυμνά χέρια και πολύ ελαφρύτερο από τους προγόνους του.


Η πρόοδος στην κατασκευή πολυσύνθετων υλικών επιτρέπει σήμερα στη βιομηχανία να κατασκευάζει σχοινιά που έχουν δεκαπλάσια αντοχή από ατσάλινο συρματόσχοινο ίδιου βάρους. Κατασκευασμένα από κοτσίδες πάπυρου, μανίλα, τρίχες λιναριού, βαμβάκι ή μαλλί, τα σχοινιά υπάρχουν από τα βάθη της ιστορίας. 4000 χιλιάδες χρόνια προ Χριστού η τέχνη της κατασκευής σχοινιού είναι γνωστή, αφού στις αιγυπτιακές απεικονίσεις τα πλωτά από πάπυρο είναι εξοπλισμένα με ξάρτια, σκότες μαντάρια και ρεμέτζα. Την εποχή των μεγάλων ιστιοφόρων, το μήκος της αρματωσιάς που αποτελείτο αποκλειστικά από κατραμάδες τζίβες ( σχοινιά φυσικής ίνας περασμένα με βαρύ κατράμι για να αντέχουν στη διαβροχή από τη θάλασσα) έφτανε σε μήκος τα δεκάδες χιλιόμετρα!


Λίγη ορολογία:

Ακτίνα κάμψης: Συνήθως στα συρματόσχοινα, αν οδηγήσουμε το σύρμα σε αλλαγή 180º σε τροχαλία, η ελάχιστη διάμετρος του ράουλου τροχαλίας, στο οποίο επιτρέπεται να περάσει για να καμφθεί το συρματόσχοινο.
Βερίνα: Ονομάζεται η συστροφή που αν τραβήξουμε, θα καταλήξει να ξεστρίψει τα έμβολα του σχοινιού.
Βέτα: Λέμε το υπόλοιπο του σχοινιού που δεν «εργάζεται».

Έμβολο ή έμπουλο: Ονομάζουμε τους κλώνους που αποτελούν το σχοινί. Στα σχοινιά που είναι φτιαγμένα με περιστροφή (στρεπτά), τα έμβολα είναι τρία ή τέσσερα.
Ίνα: Είναι η μεμονωμένη κλωστή, το βασικό, δηλαδή δομικό μόριο του σχοινιού. Οι ίνες στα σύγχρονα σχοινιά μπορεί να είναι διαφορετικών υλικών.

Καβίλια: Το εργαλείο με το οποίο ανοίγουμε τα έμβολα για να πλέξουμε τα σχοινιά.
Καρδιά ή ψυχή του σχοινιού: Είναι η κεντρικά τοποθετημένη ομάδα ινών. Στα πλεκτά σχοινιά αποτελεί βασικό δομικό τους συστατικό. Στα συρματόσχοινα η καρδιά μπορεί να είναι από τρισίλιο ή από ατσάλι. Όταν είναι από τρισίλιο, είναι εμποτισμένη με γράσο για να λιπαίνει το συρματόσκοινο εσωτερικά ώστε οι ίνες να υπόκεινται σε μικρότερη φθορά τριβής, ενώ όταν είναι από ατσάλι καθιστά το συρματόσκοινο σκληρότερο, λιγότερο ευαίσθητο στις συστροφές και ανθεκτικότερο.
Κόρκωμα: Ονομάζουμε τον τρόπο συσκευασίας των σχοινιών από το
εργοστάσιο. Τα κορκώματα έχουν σχήμα «ρόδας» και πρέπει να ανοίγονται με ειδικό τρόπο για να μη γεμίσει το σχοινί μας βερίνες.
Πατρονάρισμα ή πατρονιάρισμα: Η φίμωση της άκρης του σχοινιού για να μην ξεφτίσει.
Σφιλάτσο ή σουλάτσο: Είναι μια ομάδα ινών που έχει στριφτεί για να αποτελέσει το έμβολο.
Τσάκιση: Ονομάζουμε τη μόνιμη παραμόρφωση που έχει υποστεί ένα σχοινί μετά από τάση που έχει επιβληθεί σε μια βερίνα.
Τρισίλιο: Ο χοντρός σπάγκος που χρησιμοποιείται για φίμωση ή πατρονάρισμα της άκρης σχοινιού. Στην αγορά κυκλοφορεί με ή χωρίς κατράμι.


Χαρακτηριστικά των σχοινιών:

Διάμετρος: Μετριέται πάντοτε από τις «κορυφές» των εμβόλων και ποτέ στα
χάσματά τους. Συμβαίνει επίσης να αναφέρεται η διάσταση του σχοινιού και με την περίμετρό του.
Υλικό κατασκευής: Προσδιορίζει τη χρήση του σχοινιού και τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του. Τα σημερινά υλικά είναι τόσα, που θα πρέπει να κατέχει κανείς ένα μεταπτυχιακό στην οργανική χημεία για να τα παρακολουθεί. Παλαιότερα στα πλοία είχαμε απλοποιήσει το θέμα, λέγοντας «τζίβα» και «νάιλον» και ο διαχωρισμός μεταξύ φυσικών και τεχνητών ινών έφθανε σε ένα αφελές τέλος. Ασφαλώς τα πράγματα είναι αρκετά πιο σύνθετα, μιας και οι φυσικές ίνες δεν είναι μόνο «τζίβα», δηλαδή η γνωστή μας «μανίλα» αλλά μια πλειάδα υλικών κατασκευής σχοινιών όπως το καννάβι, το λινό αλλά και το βαμβάκι. Η μανίλα προέρχεται από μια «εξαδέλφη» της μπανανιάς, το φυτό που φύεται στις Φιλιππίνες και καλλιεργείται στη Σουμάτρα, τη Νότια Αμερική και το Βόρνεο. Οι ίνες του φυτού χρησιμοποιούνται στην κατασκευή των σχοινιών από «τζίβα» και ο τόπος καταγωγής του φυτού έδωσε το όνομά του – Μανίλα- στα σχοινιά.

Έχοντας ως κύριο προτέρημα το χαμηλό κόστος, τα σχοινιά από τζίβα συνεχίζουν να βρίσκονται στην αγορά, έχοντας χάσει ωστόσο ένα σημαντικό μέρος από την παρουσία των συνθετικών. Το υλικό κατασκευής καθορίζει και τη φιλικότητα του σχοινιού στο γυμνό χέρι. Τα συνθετικό σχοινιά υπερτερούν κατά πολύ στο χαρακτηριστικό αυτό. Παλαιότερα όταν η μανίλα ήταν το κύριο υλικό των σχοινιών ευρείας χρήσης, για να βελτιωθεί η ιδιότητα αυτή, οι κατασκευαστές «ξύριζαν» τα σχοινιά ή τα κατασκεύαζαν με πρόσμιξη άλλων
μαλακότερων ινών.


Συρματόσχοινα: Τα συρματόσχοινα που βρίσκουν πολύ περιορισμένη εφαρμογή στο σκάφος αναψυχής, για ξάρτια στα ιστιοφόρα ή για τα καπόνια στα μεγαλύτερα σκάφη, αποτελούν ένα ξεχωριστό χώρο ενδιαφέροντος.
Αυτά χαρακτηρίζονται από τη διάμετρό και τη σκληρότητά τους. Η σκληρότητα του συρματόσχοινου καθορίζεται από τον αριθμό των εμβόλων και τον αριθμό των συρμάτων ανά έμβολο. Τέλος, άλλο χαρακτηριστικό τους είναι το υλικό κατασκευής της «ψυχής» ή «καρδιάς» του συρματόσκοινου που μπορεί να είναι από τζίβα ή από δέσμη ατσάλινων συρμάτων.
Τα συρματόσκοινα προσφέρονται στην αγορά χαρακτηριζόμενα από ένα «γινόμενο» όπως 6 x 19, 8 x 24 κ.λπ. Ο πρώτος αριθμός δείχνει τον αριθμό των εμβόλων ενώ ο δεύτερος τον αριθμό των ινών ανά έμβολο.

Τρόπος κατασκευής


Μπορούμε να χωρίσουμε τα σχοινιά από τον τρόπο κατασκευής τους σε πλεκτά ή στρεπτά.
Στρεπτά σχοινιά: Τα στρεπτά σχοινιά αποτελούνται από ίνες, που στρίβονται από τη μηχανή κατασκευής για να δημιουργηθούν τα «σφιλάτσα», δηλαδή ομάδες ινών, αυτές που προκύπτουν όταν ανοίξουμε την άκρη
στρεπτού σχοινιού τελείως. Τα σφιλάτσα στη συνέχεια στρίβονται κατά την αντίθετη φορά από αυτή που είναι στριμμένα για να δημιουργήσουν τα έμβολα. Αυτά είναι τρία ή τέσσερα στα στρεπτά σχοινιά. Τέλος τα έμβολα στρίβονται και πάλι αντίθετα από τη φορά που είναι στριμμένα τα ίδια για να δημιουργηθεί το σχοινί. Τα στρεπτά σχοινιά κατά κανόνα δεν έχουν καρδιά, δηλαδή κεντρική δέσμη ινών.

Πλεκτά σχοινιά: Και εδώ μπορούμε να κάνουμε ένα διαχωρισμό. Πλεκτά με έμβολα, συνήθως οκτώ που εμπλέκονται σε ρομβοειδή διάταξη. Τα συναντάμε σαν κάβους πλοίων και τελευταία σε μικρότερες διαμέτρους και μαλακότερα υλικά σαν κάβους για μεγάλα σκάφη. Τα πλεκτά με έμβολα σχοινιά δεν έχουν καρδιά. Όχι ότι είναι σκληρά και αδυσώπητα, απλώς στερούνται κεντρικής δέσμης ινών.


Πλεκτά χωρίς έμβολα: Αποτελούνται από μια κεντρική δέσμη ινών (την καρδιά ή ψυχή) που αποτελείται από παράλληλες ίνες και μπορεί να περιβάλλεται από μια δεύτερη καρδιά από ίνες διαφορετικού υλικού για περισσότερη αντοχή και ακαμψία. Εξωτερικά έχουν πυκνό πλέγμα σε ρομβοειδή διάταξη. Είναι τα πλέον συνηθισμένα σχοινιά ιστιοπλοΐας, ενώ τα υλικά από τα οποία κατασκευάζονται και οι καινοτομίες που παρουσιάζουν οι
κατασκευαστές τους καθημερινά τα τοποθετούν δικαίως μεταξύ των ναυτικών επιτευγμάτων. Το πλεκτό σχοινί χωρίς έμβολα έχει κατακτήσει εξ ολοκλήρου το χώρο της ιστιοπλοΐας αλλά και της ορειβασίας. Αν αναλογιστούμε ότι στην ορειβασία, από τα σχοινιά εξαρτώνται κυριολεκτικά ανθρώπινες ζωές, αντιλαμβανόμαστε πόσο δημοφιλής είναι ο τύπος αυτός του σχοινιού.

Γάσες και ματισιές

Γάσα ονομάζουμε την τεχνική με την οποία κατασκευάζουμε μια μόνιμη θηλιά σε σχοινί. Ο λόγος για τον οποίο κατασκευάζουμε μια γάσα, αντί να δέσουμε μια καντιλίτσα στην άκρη ενός σχοινιού, είναι ότι οι κόμποι αδυνατίζουν τα σχοινιά. Κατά γενική παραδοχή, το βάρος θραύσης κάθε σχοινιού μειώνεται κατά 40 – 50% όταν φέρει κάποιο κόμπο. Αυτό συμβαίνει επειδή τα σχοινιά σχεδιάζονται να λειτουργούν σε τάσεις που επιβάλλονται καθ? εφελκυσμό, δηλαδή όταν τα φορτίζουμε κατά το μήκος τους. Όταν υπάρχει ένας κόμπος, το σχοινί «φορτίζεται» στο εγκάρσιό του, στα σημεία του κόμπου.


Οι ματισιές είναι συνδέσεις σχοινιών κατά μήκος, όταν θέλουμε να ενώσουμε δύο άκρες μόνιμα. Και εδώ ισχύει η αρχή της μείωσης του φορτίου θραύσης, δηλαδή, αν για παράδειγμα ενώναμε δύο σχοινιά ίδιας διαμέτρου με σταυρόκομπο, θα μειώναμε κατά 40 – 50% τη «δύναμη» του σχοινιού. Τα σύγχρονα σχοινιά μπορούμε να τα πλέξουμε σε γάσα ή ματισιά, αποκαλύπτοντας την καρδιά και περνώντας την μέσα στο σχοινί με ειδική καβίλια. Στη συνέχεια, προωθείται το εξωτερικό περίβλημα μέσα στο κέντρο του σχοινιού. Στα πλεκτά χωρίς έμβολα όταν κατασκευάζουμε γάσα, συνίσταται πατρονάρισμα του λαιμού της γάσας.

Πλευστότητα

Κάποια σχοινιά βουλιάζουν, ενώ άλλα επιπλέουν. Χρειαζόμαστε σχοινιά που
βουλιάζουν για τα μόνιμα ρεμέτζα, αγκυρόσχοινα και ρυμούλκια, για να μην μπλέκουν με προπέλες, ενώ χρειαζόμαστε σχοινιά που επιπλέουν για κάβους μεγάλων σκαφών και πλοίων, ώστε η μεταφορά τους στο νερό να είναι εύκολη καθώς και για διάσωση ανθρώπου στη θάλασσα, ώστε να είναι δυνατό να παραμένουν στην επιφάνεια για να πιαστούν από το άτομο που κινδυνεύει.


Δευτερεύοντα χαρακτηριστικά

Άλλο χαρακτηριστικό των σχοινιών είναι η απορροφητικότητά τους. Αυτή επηρεάζει το συνολικό βάρος του σχοινιού όταν βρέχεται, καθώς και τη σκληρότητά του. Κάποιες φυσικές ίνες όπως το σιζάλ (είδος κάνναβης) σκληραίνουν υπερβολικά όταν βρέχονται. Μπορούμε ακόμα να αναφέρουμε στα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά τη θερμοκρασία τήξης (για τα σχοινιά από πολυπροπυλένιο), την αντοχή στην τριβή και την τάση συστροφής.

Προσοχή στις βερίνες

Επειδή τα σχοινιά είναι ακριβά εργαλεία του σκάφους πρέπει να τα προφυλάσσουμε από τον ήλιο και να φροντίζουμε να τα τυλίγουμε ή να τα ντουκιάρουμε χωρίς βερίνες. Οι βερίνες (συστροφές των σχοινιών) μας προκύπτουν όταν ξετυλίγουμε ένα σχοινί τραβώντας το κατά μήκος, αντί να το
ξεστρίψουμε για να το απλώσουμε, ειδικά την πρώτη φορά που ανοίγουμε ένα καινούργιο κόρκωμα. Είναι βέβαιο ό,τι ένα σχοινί με βερίνες θα μπλέξει τη στιγμή που θα το χρησιμοποιήσουμε. Έτσι, θα πρέπει να αποκτήσουμε τη συνήθεια να ντουκιάρουμε ή να τυλίγουμε τα σχοινιά σύμφωνα με τη φορά των δεικτών του ρολογιού, πάντοτε, και να προσέχουμε αν στο σκάφος έχουμε κάποιο αριστερόχειρα, να μην κάνει λάθος όταν τυλίγει τα σχοινιά. Αν τραβήξουμε με δύναμη μια βερίνα για να ισιώσει, θα προκαλέσουμε «θλάση» στο σχοινί (τσάκιση), μια μόνιμη παραμόρφωση, δηλαδή, που θα μειώσει την αντοχή του για πάντα.

Πατρονάρισμα

Έτσι ονομάζεται η φίμωση της άκρης των σχοινιών, που μπορεί να γίνει, είτε με απλή μονωτική ταινία ή με πιο ναυτικό τρόπο, που είναι ο καρυδόκομπος, ο φαναρόκομπος για τα σχοινιά με έμβολα, ή το πατρονάρισμα με τρισίλιο ή σπάγκο. Το τρισίλιο είναι μαλακός σπάγκος από καννάβι, μανίλα ή σιζάλ. Υπάρχει σε δύο τύπους, με κατράμι και χωρίς και χρησιμοποιείται στη
φίμωση συρματόσχοινων και μεγάλων κάβων, ενώ για τα πλεκτά σχοινιά μικρής διαμέτρου συνιστάται ο βαμβακερός σπάγκος για πατρονάρισμα.

Οι κόμποι

Οι ναυτικοί κόμποι είναι ίσως το πλέον πολυδιαβασμένο θέμα του ειδικού τύπου. Έχουμε κατά καιρούς ασχοληθεί με την τέχνη των κόμπων, έτσι εδώ δεν θα ασχοληθούμε με τη δεξιοτεχνία στην ψαλιδιά ή την καντιλίτσα, τον ποδόδεσμο ή το σταυρόκομπο, αλλά με τους τρόπους διασφάλισης του σκοπού του κόμπου…


Είναι γνωστό ότι η καντιλίτσα είναι ο πιο διαδεδομένος κόμπος μετά από το φιόγκο για τα παπούτσια… Για να μην γλιστρήσει ο κόμπος σε σχοινιά από στιλπνό υλικό, καλό είναι να αφήνουμε μεγάλη βέτα. Στις γάσες και τις ματισιές αυξάνουμε τα περάσματα από τέσσερα που είναι κατά παράδοση, σε έξι όταν το σχοινί είναι κατασκευασμένο από γυαλιστερό υλικό. Τα βρεγμένα σχοινιά από πολυπροπυλένιο είναι πιο επιρρεπή στην ολίσθηση. Τα σχοινιά μας τα φροντίζουμε, πλένοντάς τα με γλυκό νερό πριν την αποθήκευση για το χειμώνα και τα φυλάμε σε μέρος στεγνό μακριά από λάδια και μακριά από τον ήλιο. Και ένα χρήσιμο tip. Μουσκέψτε τα σκοινιά και τις σκότες σας προσθέτοντας στο νερό λίγο μαλακτικό για μάλλινα, που χρησιμοποιούμε στο σπίτι. Πραγματικά, τα κάνει πιο μαλακά και πιο καινούρια…