Πως πλανάρει το φουσκωτό σκάφος

Πως ξεπερνάει τη «συμβατική» πλεύση ένα μηχανοκίνητο

Του Μάκη Ματιάτου

Μια από τις βασικές παραμέτρους στη σχεδίαση και μελέτη ενός σκάφους, είναι η ταχύτητα. Η ισχύς των μηχανών, σε συνδυασμό με το σχήμα της γάστρας, δίνουν και το βασικό χαρακτηρισμό του σκάφους.

Όταν η ταχύτητα ενός σκάφους, μετρούμενη σε κόμβους, φτάνει να γίνει ίση με το τετράγωνο του μήκους της ισάλου σε μέτρα, πολλαπλασιασμένο επί 2,43 τότε η γάστρα του δημιουργεί ένα κύμα, το μήκος του οποίου είναι ίσο με το μήκος της ισάλου. Η θεωρητική ταχύτητα ενός συμβατικού σκάφους βαρέος εκτοπίσματος δίνεται σε κόμβους από τον τύπο 2,43 √ ίσαλος (m).

Αυτή είναι η γνωστή μας θεωρητική ταχύτητα της γάστρας του. Αν τώρα το σκάφος έχει αρκετή ισχύ στις μηχανές του για να ξεπεράσει αυτή τη
θεωρητική ταχύτητα, τότε δημιουργείται ένα ακόμα μεγαλύτερο κύμα στην
πλώρη, που την κάνει να ανασηκώνεται για να το ξεπεράσει, υποχρεώνοντας ταυτόχρονα την πρύμη να βυθίζεται ακόμα περισσότερο στο «πηγάδι», που δημιουργείται. Το σκάφος θα συνεχίσει να ταξιδεύει έτσι μέχρις ότου η ταχύτητά του φτάσει και ξεπεράσει τουλάχιστον κατά δυόμισι φορές το τετράγωνο της ισάλου του. Στο σημείο αυτό η γάστρα κατορθώνει να ξεπεράσει την αντίσταση του κύματος της πλώρης, φτάνοντας σε μια ταχύτητα πλαναρίσματος, που ξεπερνά κατά πεντέμισι τουλάχιστον φορές το
τετράγωνο της ισάλου.

Όπως βλέπουμε, ένα σκάφος περνάει διαδοχικά από τρεις καταστάσεις, εκτοπίσματος, ημιεκτοπίσματος και φτάνει στο πλανάρισμα. Αντίστοιχα, μπορούμε να κατατάξουμε τα σκάφη σε τρεις βασικές κατηγορίες:

• Σκάφη βαρέος εκτοπίσματος ή απλά εκτοπίσματος θεωρούνται αυτά, που δεν μπορούν να ξεπεράσουν τη θεωρητική ταχύτητά τους.

• Σκάφη ημιεκτοπίσματος ή μεσαίου εκτοπίσματος θεωρούνται αυτά, που μπορούν να ταξιδέψουν με ταχύτητες είτε πάνω είτε κάτω από τη θεωρητική τους ταχύτητα.

• Σκάφη ελαφρού εκτοπίσματος ή πλαναρίσματος λέγονται εκείνα, που είναι σχεδιασμένα να ταξιδεύουν, αναπτύσσοντας ταχύτητες μεγαλύτερες από τη θεωρητική ταχύτητα της γάστρας τους.

Αναλύοντας με απλά λόγια τα σκάφη ημιεκτοπίσματος και πλαναρίσματος, που λόγω της ισχύος των μηχανών τους μπορούν να ξεπεράσουν τη θεωρητική ταχύτητά τους, καταλαβαίνουμε γιατί πρύμα θα πρέπει να έχουν επίπεδες επιφάνειες, που να αντιστέκονται στη βύθιση της πρύμης την ώρα που η πλώρη ξεπερνά το κύμα που η ίδια δημιουργεί. Ακόμα, είναι καθαρά θέμα σχεδίασης της γάστρας, που επιτρέπει το πλανάρισμα. Όταν ένα σκάφος ταξιδεύει με ταχύτητα, που δεν ξεπερνά τη θεωρητική του, λέμε πως πλέει με συμβατική ταχύτητα. Όταν, αυτή ξεπερνιέται, το σκάφος ανασηκώνεται, με συνέπεια να «χάνει» εκτόπισμα και να έχει μικρότερες τριβές λόγω της μειωμένης επιφάνειας των υφάλων του, πράγμα που του επιτρέπει και τη μεγαλύτερη ταχύτητα.