Νυχτερινό ταξίδεμα με σκάφος

Μερικά χρήσιμα στοιχεία για το ταξίδι με ταχύπλοο τη νύχτα

Του Μάκη Ματιάτου


Έχετε ποτέ επιχειρήσει να οδηγήσετε τη νύχτα το αυτοκίνητό σας γρήγορα σε μια ερημική περιοχή, χωρίς να χρησιμοποιήσετε τα μακρινά φώτα; Φυσικά όχι, γιατί τρέχοντας με μεγάλη ταχύτητα δεν έχετε το χρόνο να αντιδράσετε σε περίπτωση που βρεθεί κάποιο εμπόδιο, το οποίο δεν θα δείτε έγκαιρα. Το ίδιο συναίσθημα θα έχετε, αν επιχειρήσετε να
ταξιδέψετε τη νύχτα με ένα ταχύπλοο σκάφος.

Παρά τη σιγουριά που προσφέρουν τα σύγχρονα ηλεκτρονικά του σκάφους, τα «σημάδια» πολλές φορές δεν «διαβάζονται» ή δεν φαίνονται σωστά. Ακόμα, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που τα πολλά φώτα στη στεριά μπορεί να μας παραπλανήσουν και να μην είμαστε βέβαιοι πού βρισκόμαστε ή να μας περιορίσουν την ορατότητα, με αποτέλεσμα να μην βλέπουμε στο σκοτάδι κάποιο εμπόδιο, ακόμα και τον όγκο ενός πλοίου που έρχεται καταπάνω μας. Φυσικά έχουμε και τα διάφορα άλλα εμπόδια στο δρόμο μας, όπως τσαμαδούρες, δίχτυα, αντικείμενα που επιπλέουν και κάθε λογής άλλους κινδύνους που εγκυμονούν, ειδικά στη γρήγορη πλεύση ενός μηχανοκίνητου ταχύπλοου σκάφους. Τι κάνουμε, λοιπόν, για να ταξιδέψουμε με ασφάλεια τη νύχτα; Και είναι τόσο όμορφο το νυχτερινό ταξίδι με καλή παρέα!!!

Θα μπορούσαμε να ξοδέψουμε πολλά κιλά μελάνι για να καλύψουμε όλες τις λεπτομέρειες και τους κανόνες ασφαλείας για ταξίδεμα τη νύχτα, αλλά εδώ θα αρκεστούμε στα κύρια σημεία και τις δυσκολίες που θα πρέπει να γνωρίζουμε, πριν επιχειρήσουμε να λύσουμε κάβους το βράδυ. Και τα σημεία αυτά είναι η ορατότητα και αναγνώριση των φαναριών. Ας δούμε, λοιπόν, μερικά απΆ αυτά που θα κάνουν το ταξίδι μας ασφαλέστερο για εμάς και το σκάφος μας.

Προβλήματα όρασης και ορατότητας
Αρχίζοντας το θέμα μας, ας πούμε και δυο λόγια για την πιο επικίνδυνη περίπτωση που μπορεί να υπάρχει και η οποία δεν είναι άλλη από την αχρωματοψία. Μη σας φανεί παράξενο, αλλά ένα μεγάλο ποσοστό των ανδρών της λευκής φυλής που αγγίζει το 8% έχει αχρωματοψία. Αντίθετα, οι λευκές γυναίκες δεν αντιμετωπίζουν τέτοιο πρόβλημα και μόνον μία στις 100.000 περίπου (ποσοστό 0,5%) έχει τέτοιο μειονέκτημα. Ο πιο συνηθισμένος τύπος αχρωματοψίας είναι το πράσινο-κόκκινο, δηλαδή τα πλευρικά -και όχι μόνο- φώτα ναυσιπλοΐας κάθε σκάφους. Συνήθως, η ανεπάρκεια είναι ελαφρά και δημιουργεί πρόβλημα, αν επιχειρήσουμε να διακρίνουμε ένα λευκό φως από ένα πράσινο. Τη λύση, σε περίπτωση προβλήματος, προσφέρει ένα «εργαλείο» το Seekey, που δεν είναι τίποτε άλλο από ένα φίλτρο, μέσα από το οποίο μπορούμε να διακρίνουμε με απόλυτη σιγουριά το πράσινο, το κόκκινο και το λευκό χρώμα. Λεπτομέρειες μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα www.arolyth.se. Έχετε αχρωματοψία; Κάντε το test στη σχήμα 1.

Αν δεν αντιμετωπίζετε πρόβλημα αχρωματοψίας θα μπορέσετε να διαβάσετε ένα 5 (πέντε) ανάμεσα στις κουκίδες. Αν έχετε την πιο συνηθισμένη αχρωματοψία (πράσινο-κόκκινο), τότε θα διαβάσετε τον αριθμό 5 σαν να είναι ένα 2 (δύο).

Τη νύχτα η ορατότητα είναι αρκετά περιορισμένη και γιΆ αυτό χρειαζόμαστε κάποια μικρά τρικ που θα μας βοηθήσουν. Ας δούμε μερικά από εκείνα που μπορούμε να έχουμε στη διάθεσή μας.

1. Το κόκκινο φως μάς βοηθάει να βελτιώσουμε την ορατότητά μας. Αν θέλουμε να διαβάσουμε ένα χάρτη, ένας κοινός φακός χειρός που εκπέμπει σε κόκκινο χρώμα είναι ό,τι καλύτερο. Ακόμα, μπορούμε να προσθέσουμε κάποιο κόκκινο φίλτρο στην οθόνη του GPS. Επίσης, αν το χρώμα του φωτός του πίνακά μας με τις ενδείξεις έχει κόκκινο φωτισμό τη νύχτα, τότε θα μπορούμε να διαβάσουμε τα όργανα πολύ πιο εύκολα. Το κόκκινο φως είναι ο εχθρός της κακής ορατότητας, γιΆ αυτό και το συναντάμε πολύ συχνά να φωτίζει τα ταμπλό των αυτοκινήτων.
2. Αν τύχει να μπούμε από το κόκπιτ στην καμπίνα, κλείνουμε το ένα μας μάτι για όσο διάστημα βρισκόμαστε μέσα. Όταν βγούμε ξανά στο σκοτάδι, μπορούμε να το ανοίξουμε. Το κλειστό μάτι διατηρεί έτσι τη «νυχτερινή όραση» που είχε και δεν χρειάζεται μεγάλη προσαρμογή.
3. Αν θέλουμε να παρατηρήσουμε τη νύχτα κάποιο σημείο, προσπαθούμε να μην κοιτάμε απευθείας πάνω του αλλά να το στοχεύουμε με την άκρη του ματιού μας.
4. Τα κιάλια είναι ίσως το απαραίτητο όργανο πάνω στο σκάφος. Υπάρχουν ειδικά κιάλια για τη νύχτα που σε πολλές περιπτώσεις είναι ό,τι καλύτερο θα θέλαμε για νυχτερινό ταξίδι. Επίσης, υπάρχουν κιάλια με ενσωματωμένη πυξίδα, που μας επιτρέπει να κάνουμε άμεση διόπτευση, παρατηρώντας ένα σημείο, και κιάλια που μας δίνουν τη δυνατότητα να μετρήσουμε την απόσταση από το αντικείμενο της παρατήρησης. Για τη θάλασσα διαλέγουμε κιάλια με μεγέθυνση όχι μεγαλύτερη από 7 φορές. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε πως τα κιάλια χαρακτηρίζονται πάντα με δύο αριθμούς π.χ. 7×30. Ο πρώτος δείχνει τη μεγέθυνση (7) και ο δεύτερος τη διάμετρο του μπροστινού φακού σε χιλιοστά (30). Αν διαλέξουμε κιάλια με μεγέθυνση π.χ. 10, φέρνουν μεν ένα μακρινό σημείο πιο κοντά, αλλά περιορίζουν το πεδίο ορατότητας, κάτι που μας εμποδίζει να δούμε σταθερά, ειδικά όταν το σκάφος έχει ταλαντώσεις. Το είδωλο «παίζει» και δεν μπορούμε να εστιάσουμε καλά πάνω στο αντικείμενό μας.

Το φαρικό σύστημα
Γενικά, θα λέγαμε πως για πολλούς το νυχτερινό ταξίδι είναι πιο εύκολο από το ημερήσιο, με την προϋπόθεση πως είμαστε καλά διαβασμένοι ως προς τις ιδιαιτερότητες της περιοχής όπου πλέουμε και φυσικά έχουμε κάποια σχετική πείρα. Τη νύχτα το φαρικό σύστημα των θαλασσών, που καλύπτει επαρκέστατα ολόκληρη την Ελλάδα, μας οδηγεί με μεγάλη ακρίβεια και ευκολία στον προορισμό μας. Στο χάρτη της κάθε περιοχής αναφέρονται όλα τα φανάρια της στεριάς με κάθε λεπτομέρεια, που όμως θα πρέπει να ξέρουμε να διαβάζουμε για να τα αναγνωρίζουμε εύκολα, αφού δεν είναι όλα ίδια. Για παράδειγμα, αν μας κλείσουν τα μάτια και μας μεταφέρουν σε κάποιο άγνωστο για μας σημείο με κάποιο φάρο, μπορούμε εύκολα να βρούμε και πού βρισκόμαστε, αφού ποτέ δύο φάροι δεν έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά. Είναι κάτι σαν κάποιο φαρικό bar code. Με τους φάρους και τις σπίθες μπορούμε να ταξιδέψουμε χωρίς καν όργανα, αλλά μόνο με τον κλασικό χάρτη και έναν κουμπάσο. Με καλοσύνη, το ταξίδι τη νύχτα θα μας μείνει αξέχαστο. Πολλές φορές το ημερήσιο ταξίδι μπορεί να γίνει πιο δύσκολο από το νυχτερινό. Για παράδειγμα, όταν έχει καταχνιά στις ακτογραμμές και εμείς ψάχνουμε τη μπούκα, αυτή δεν είναι πάντα εύκολα ορατή. Αντίθετα, τη νύχτα η μπούκα ξεχωρίζει πιο εύκολα από τα φανάρια της.

Οι φάροι και οι φανοί έχουν πάντα μια χαρακτηριστική διαδοχική διάταξη των φάσεων του φωτός και του σκότους, που μας επιτρέπουν να τους αναγνωρίζουμε εύκολα (σχ. 2). Κάθε ένα από τα διαδοχικά στοιχεία, αναλαμπή ή σκότος ή ακόμα και αλλαγή χρώματος του φωτός, λέγεται φάση. Η διάρκεια μέσα στην οποία εκτελείται μία φάση, λέγεται περίοδος και μετριέται σε δευτερόλεπτα. Ανάλογα με την κατηγορία που εκπέμπουν οι φάροι παίρνουν και την ονομασία τους:
• Σταθεροί (Στ). Εκπέμπουν ένα συνεχές και σταθερό φως (λευκό ή πράσινο ή κόκκινο), χωρίς διακοπές ή εναλλαγές των χαρακτηριστικών τους.
• Οι ρυθμικοί φάροι εκπέμπουν φως με διακοπές σε κανονική περιοδικότητα. Οι εναλλασσόμενοι (Εν) εκπέμπουν φως με εναλλαγές χρωμάτων (λευκό-πράσινο-κόκκινο). Η εκπομπή μπορεί να έχει δύο ή τρία χρώματα. Ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της εκπομπής τους χαρακτηρίζουμε τα φωτεινά σήματα σε:
1. Διαλείψεις (Δλ), όταν η διάρκεια του φωτός είναι μεγαλύτερη εκείνης του σκότους.
2. Ισοφασικά (Ισο), όταν η διάρκεια του φωτός είναι ακριβώς ίση με αυτή του σκότους.
3. Αναλαμπές (Αν), όταν η διάρκεια του φωτός είναι μικρότερη του σκότους.
4. Σπίθες (Σπ), όταν οι γρήγορες αναλαμπές επαναλαμβάνονται με συνολικό αριθμό 50 και πάνω ανά λεπτό.

Πέρα από τους παραπάνω χαρακτηρισμούς έχουμε και συνδυασμούς φωτεινών σημάτων, όπως «σταθερό και αναλαμπή (Στ Αν)» ή «σταθερό και δέσμη δύο αναλαμπών (Στ Αν(2) ).

Η αναγνώριση των φαναριών είναι πολύ σημαντικό στοιχείο όταν ταξιδεύουμε τη νύχτα. Το κύριο μέλημά μας είναι να κάνουμε τη μελέτη των φάρων, από τους οποίους θα περάσουμε στην πορεία μας για τον προορισμό μας. Τα χαρακτηριστικά των φάρων τα βρίσκουμε στο χάρτη, στο φαροδείκτη και στον Πορτολάνο. Η διαδικασία αναγνώρισης παρατηρώντας το φανάρι είναι η παρακάτω:

1. Μετράμε τον αριθμό των αναλαμπών.
2. Μετράμε την περίοδό του, από τη στιγμή που ανάβει η πρώτη αναλαμπή μέχρι την αμέσως επόμενη. Αν έχουμε δέσμη/ομάδα αναλαμπών, η περίοδος αρχίζει με την πρώτη αναλαμπή της δέσμης και τελειώνει τη στιγμή που ανάβει η πρώτη αναλαμπή της αμέσως επόμενης δέσμης. Αν και η ακρίβεια στη μέτρηση του χρόνου απαιτεί κάποιο όργανο ακριβείας, όπως για παράδειγμα ένα στιγμόμετρο, στην πράξη χρησιμοποιούμε μια αρκετά ικανοποιητική πρακτική μέθοδο, μετρώντας ρυθμικά «μισό ένα» – «μισό δύο» – «μισό τρία» κ.λπ. Αν τα χαρακτηριστικά ταυτίζονται με αυτά του χάρτη, έχουμε αναγνωρίσει και εντοπίσει το φανάρι.

Τομείς ενός φαναριού είναι οι όψεις που εμφανίζει ο φάρος κατά διάφορα τμήματα του ορίζοντα. Με αυτό τον τρόπο σήμανσης οδηγούμεθα με σιγουριά ανάμεσα από επικίνδυνες περιοχές ή προς το λιμάνι του προορισμού μας, παραμένοντας μέσα στο λευκό τομέα (σχ 3). Αν ξαφνικά δούμε το λευκό φως του τομέα που ταξιδεύουμε να γίνεται κόκκινο (κόκκινο = επικίνδυνη περιοχή), έχουμε ξεφύγει προς τα αριστερά. Αντίστοιχα, αν γίνει πράσινο (πράσινο = πλεύσιμη περιοχή), έχουμε φύγει προς τα αριστερά. Ένα τέτοιο φανάρι που βρίσκεται πολύ κοντά μας είναι αυτό πάνω στο νησάκι Μονή, απέναντι από την Αίγινα.

Στο επόμενο τεύχος θα δούμε εκτενέστατα περισσότερα για τους φάρους και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους.

Τα φώτα ναυσιπλοΐας
Τα φώτα ναυσιπλοΐας είναι ο κυριότερος οδηγός μας τη νύχτα, για την αναγνώριση της κατηγορίας, του μεγέθους, της πορείας, της θέσης ή ακόμα και της ειδικότητας κάθε πλεούμενου. Ο διεθνής κανονισμός καθορίζει με λεπτομέρειες τα φώτα που πρέπει να φέρει κάθε σκάφος. Τα κύρια φώτα ναυσιπλοΐας στα μικρά σκάφη είναι τα δύο πλευρικά, κόκκινο αριστερά και πράσινο δεξιά, ο φανός κορώνης, που βρίσκεται στην πρύμη και είναι λευκός, ο εφίστιος φανός πάνω στο άλμπουρο (λευκός) και ο φανός αγκυροβολίας (λευκός) στην κορυφή του άλμπουρου.

Εφίστιος φανός
Είναι ένα λευκό φανάρι, τοποθετημένο πάνω από τη διαμήκη κεντρική γραμμή του σκάφους. Φωτίζει χωρίς διακοπή ή παρενόχληση τόξο του ορίζοντα 225 μοιρών. Μεγάλη σημασία έχει η θέση του, γιατί πρέπει να φωτίζει ακριβώς από την πλώρη μέχρι 22,5 μοίρες πρύμα από τον εγκάρσιο άξονα του σκάφους και από τις δύο πλευρές. Στα πλοία πάνω από 50 μέτρα πρέπει να είναι ορατός στα 6 μίλια, στα σκάφη από 20 μέχρι 50 μέτρα στα 5 μίλια και στα σκάφη μέχρι 20 μέτρα στα 3 μίλια.

Πλευρικοί φανοί
Είναι τα γνωστά μας φανάρια, κόκκινο αριστερά και πράσινο δεξιά. Αυτά πρέπει να φωτίζουν χωρίς διακοπή ή παρενόχληση τόξο 112,5 μοιρών από την πλώρη, δηλαδή από πλώρη μέχρι 22,5 μοίρες πρύμα από τον εγκάρσιο άξονα του σκάφους και από τις δύο πλευρές. Σκάφη μικρότερα από 20 μέτρα μπορούν να συνδυάζουν το πράσινο-κόκκινο σε ένα φανό, τοποθετημένο πάνω στο διαμήκη κεντρικό άξονα του σκάφους, στην πλώρη ή στο κατάρτι. Ο κάθε πλευρικός φανός επιβάλλεται να είναι ορατός στα 3 μίλια, για σκάφη πάνω από 50 μέτρα, ενώ για μικρότερα, στα 2 μίλια.

Φανός κορώνης
Είναι ένα λευκό φανάρι, τοποθετημένο όσο γίνεται πιο κοντά στην πρύμη, το οποίο φωτίζει χωρίς διακοπή ή παρενόχληση τόξο 135 μοιρών, δηλαδή 67,5 μοίρες δεξιά και αριστερά από την πρύμη. Ο φανός κορώνης πρέπει να είναι ορατός στα 3 μίλια για σκάφη πάνω από 50 μέτρα και στα 2 μίλια για μικρότερα σκάφη.

Περίβλεπτος φανός
Είναι ένα φανάρι, που φωτίζει χωρίς διακοπή ή παρενόχληση τόξο 360 μοιρών, δηλαδή είναι ορατό καθΆ όλο τον ορίζοντα. Η εμβέλειά του επιβάλλεται να είναι 3 μίλια για σκάφη πάνω από 50 μέτρα και 2 μίλια, για μικρότερα. Το φανάρι αυτό μπορεί να είναι άσπρο, κόκκινο, πράσινο ή κίτρινο.

Φανός ρυμούλκησης
Είναι ένα κίτρινο φανάρι, που έχει ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά με αυτό της κορώνης, εκτός βέβαια από το χρώμα, δηλαδή φωτίζει τόξο 135 μοιρών.

Αναλάμπων φανός
Είναι οποιοδήποτε φανάρι, που αναβοσβήνει κατά τακτά διαστήματα με συχνότητα 120 ή περισσότερων αναλαμπών το λεπτό. Η εμβέλεια των φαναριών για σκάφη μικρότερα από 12 μέτρα μπορεί να είναι για τον εφίστιο 2 μίλια, για τους πλευρικούς 1 μίλι, για της κορώνης και της ρυμούλκησης 2 μίλια και για τον περίβλεπτο επίσης 2 μίλια. Ο γενικός κανόνας είναι ότι, τα φώτα ναυσιπλοΐας είναι υποχρεωτικά από τη δύση μέχρι την ανατολή του ήλιου για όλα τα σκάφη πάνω από 7 μέτρα, που έχουν ταχύτητα μεγαλύτερη από 7 κόμβους. Για τα μικρά σκαφάκια μέχρι 7 μέτρα αρκεί ένα λευκό φανάρι, ορατό καθΆ όλο τον ορίζοντα και αν είναι δυνατόν συνιστώνται και οι πλευρικοί (δεν είναι υποχρεωτικοί). Οι κωπήλατες βάρκες μπορούν να έχουν μόνον ένα λευκό φακό, που θα επιδεικνύεται έγκαιρα, όταν χρειάζεται.

Επιπλέον φανάρια
Εκτός από τα βασικά φώτα ναυσιπλοΐας συναντάμε και άλλα φανάρια, που μας δείχνουν ειδικές καταστάσεις, όπως φαίνεται παρακάτω:

• Ακυβέρνητο.
• Αλιευτικό που ψαρεύει με γρίπο.
• Αλιευτικό που ψαρεύει, αλλά δεν χρησιμοποιεί γρίπο.
• Πλοηγίδα.
• Πλοίο που εμποδίζεται από το βύθισμά του.
• Πλοίο με περιορισμένη ικανότητα χειρισμών.

Τα παραπάνω φώτα είναι περίβλεπτα στα άλμπουρα και χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με τα φώτα ναυσιπλοΐας. Ειδικά για τη ρυμούλκηση τη νύχτα, το σκάφος που ρυμουλκεί πρέπει να δείχνει εκτός από τους πλευρικούς φανούς και το φανό κορώνης, ένα φανάρι ρυμούλκησης. Αυτό έχει κίτρινο χρώμα, τοποθετείται πάνω από το φανό κορώνης και φωτίζει δύο τόξα 67ο 30Ά δεξιά και αριστερά από τον κεντρικό διαμήκη άξονα του σκάφους, δηλαδή ένα τόξο 135ο , όπως της κορώνης που εκπέμπει όμως κίτρινο φως. Επίσης πρέπει να δείχνει δύο εφίστιους άσπρους περίβλεπτους φανούς, όταν το μήκος του ρυμουλκίου είναι κάτω από 200 μέτρα. Μήκος ρυμουλκίου είναι η απόσταση από την πρύμη του ρυμουλκού μέχρι την πρύμη του ρυμουλκούμενου. Αν το μήκος του ρυμουλκίου υπερβαίνει τα 200 μέτρα, το σκάφος που ρυμουλκεί πρέπει να φέρει τρεις περίβλεπτους εφίστιους πάντα κατά κατακόρυφη έννοια. Το ρυμουλκούμενο, άσχετα με το μήκος του ρυμουλκίου ή το μήκος του, πρέπει να δείχνει τα πλευρικά φανάρια και της κορώνης και όχι τους εφίστιους.