Ιστιοπλόοι και γκαζάκιδες
ΓενικάΟι άσπονδοι εχθροί της θάλασσας
Του Ιάσονα Θαλασσινού
Μισούνται μέσα και έξω από εισαγωγικά. Και μιλάω, φυσικά, για τους φίλους δύο κύριων κατηγοριών σκαφών αναψυχής, τους ιστιοπλόους και τους λάτρεις του μηχανοκίνητου. Θα συμπλήρωνα εδώ πως μόνο οι φίλοι του φουσκωτού, παρόλο που είναι στην ουσία γκαζάκιδες, αυτοί διαφέρουν και μας αγνοούν.
Στην πραγματικότητα, η διαφορά τους έγκειται σε δύο παραμέτρους, τη φιλοσοφία τους γύρω από τη θάλασσα και τον τύπο του σκάφους και τον τρόπο αντιμετώπισης του… «εχθρού». Αν αναλύσουμε τις δύο αυτές φιλοσοφίες μεταξύ σοβαρού και αστείου, θα μπορέσουμε να καταλάβουμε πολλά.
Ιστιοπλόος: Του αρέσει η αντιμετώπιση των στοιχείων της φύσης. Θέλει να «δαμάσει» την αιολική ενέργεια, που θα δώσει κίνηση στο σκάφος του. Δεν θέλει το θόρυβο της μηχανής και απολαμβάνει την ηρεμία μιας φυσικής πλεύσης. Το σκάφος θα τρέξει τόσο, όσο του επιτρέπει ο αέρας. Δεν βιάζεται να φτάσει, αλλά να διασκεδάσει τη διαδρομή. Το ταξίδι είναι υπεράνω του προορισμού. Είναι λάτρης της φύσης και ξέρει να «φορτίζει» τις μπαταρίες του. Τα πανιά, σαν ένας παραδοσιακός τρόπος ταξιδέματος του προσφέρουν κάτι το μοναδικό, ναυτοσύνη, που είναι υποχρεωμένος να κατέχει για να ταξιδέψει. Ακόμα και η συμπεριφορά του στη θάλασσας αγγίζει και υπερβαίνει τους διεθνείς κανόνες ναυτικής ετικέτας, που υπήρχε τον παλιό καλό καιρό. Ξέρει να δέσει με ασφάλεια και να φουντάρει σωστά.
Μηχανοκίνητος: Κύριο μέλημα είναι να φτάσει… Το σκάφος δεν είναι ουσιαστικά το μέσον που θα του προσφέρει την απόλαυση της διαδρομής, αλλά το… ταξί, που θα τον πάει στον προορισμό του για να απολαύσει εκεί. Δεν έχει το χρόνο για να καθυστερεί στη θάλασσα ή δεν έχει την πολυτέλεια του χρόνου για να επιλέξει το ιστιοφόρο. Το σκάφος, στην ουσία, είναι όπως το αυτοκίνητο. Βάζει μπρος και φεύγει… Ακόμα, το σκάφος του είναι γι’ αυτόν ένα status symbol που του προσφέρει αναγνώριση και κοινωνική καταξίωση. Στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν διαθέτει ίχνος ναυτοσύνης αλλά και ναυτικής ετικέτας. Δεν τον ενδιαφέρει αν με τα απόνερά του, περνώντας κοντά από μια βάρκα, θα την αναποδογυρίσει. Έχει την αίσθηση της υπεροχής, που τις περισσότερες φορές του προσφέρει ο όγκος και η ταχύτητά του. Τα παραπάνω, φυσικά, αφορούν μερικούς ευτυχώς «Νεοπλουτίδηδες», που ταξιδεύουν «κρυφά απ’ το Θεό» και όχι το σύνολο των μηχανοκίνητων.
Θα ήθελα, εδώ, να διηγηθώ ένα γεγονός, που μου συνέβη προσωπικά στην Επίδαυρο. Προηγούμαι εγώ με ένα ιστιοφόρο
Να, λοιπόν, πως δημιουργούνται τα πάθη μεταξύ των δύο κατηγοριών. Ο «φίλος» δεν σεβάστηκε ούτε τον κανονισμό για την ταχύτητα και το προσπέρασμα στο δίαυλο, για να πιάσει το χώρο στο μώλο. Του έδωσα δυο ευκαιρίες να ρεμετζάρει. Την τρίτη φορά δεν του τη χάρισα, γιατί δεν είχε ψήγμα ναυτικής ετικέτας αλλά και σεβασμού στους κανόνες της θάλασσας. Έκανα καλά; Αν και είχα όλα τα δίκια, ακόμα δεν έχω συγχωρήσει τον εαυτό μου για την ενέργειά μου, αν και ενδόμυχα, το φχαριστήθηκα…
Και για να μην δημιουργήσω προβλήματα και προκαταλήψεις, εγώ προσωπικά, έχοντας και τις δυο ιδιότητες, δηλαδή αυτή του ιστιοπλόου κατά 60% και του μηχανοκίνητου κατά το υπόλοιπο, θα ήθελα να καταλήξω στο συμπέρασμά μου αυτό. «Παιδιά, δεν έχουμε να μοιράσουμε τίποτα μεταξύ μας. Οι θάλασσα ανήκει σε όλους μας και αρκεί να σεβόμαστε οι μεν τους δε και αντιστρόφως. Άλλωστε, κανένας λάτρης της ταχύτητας δεν είναι τέλειος…».