Αν τα σκάφη είχαν μιλιά…

De profundis εξομολογήσεις σκαφών…

Αν τα σκάφη μπορούσαν να μιλήσουν, Κύριος οίδε τι θα καταμαρτυρούσαν για τους «αφέντες» τους. Δεν είναι τυχαίο ότι, ανέκαθεν όλος ο κόσμος επικαλείτο τη μάταιη, πλην μοναδική, υπόθεση, η οποία θα μπορούσε να αποδώσει, ευχόμενος δηλαδή, το χάρισμα της ομιλίας επί αψύχων και εμψύχων τινών μη ομιλούντων. Το συμπέρασμα είναι τελικά ότι «μάρτυρες» υπάρχουν πάντα. Οι τολμηροί θαλασσοπόροι προδίδονται από το ίδιο τους το σκάφος, που αποτελεί το αντικείμενο της προσοχής, της μαστοριάς, της πολυπραγμοσύνης και της κομπορρημοσύνης τους.



Ασκήσεις προσέγγισης με το φουσκωτό, γιατί όπως και να ‘ναι, μια δυσκολία με τη μηχανή ή και τα κουπιά, υπάρχει πάντα…

Για τους διάφορους τύπους των σκαφάτων έχουν γραφτεί πολλά. Αλλωστε,
ο τρόπος που σκέπτονται και αντιδρούν είναι λίγο – πολύ γνωστός ή απλά προβλέψιμος. Γεγονός είναι ότι ένας «ιδιότυπος» σκαφάτος μπορεί εύκολα να αποτελέσει αντικείμενο παρατήρησης, είτε μέσα στο χώρο του, είτε κι έξω απΆ αυτόν. Τι σημαίνει αυτό; Ότι οι σκαφάτοι, ως γνωστόν, είναι μια εντελώς ξεχωριστή συνομοταξία, με δική της διάλεκτο, τρόπους φέρεσθαι, έμμονες ιδέες, από τις οποίες κατατρύχεται, και μια διαρκή «άμιλλα» περί του ευγενούς σκοπού του θεαθήναι. Καθένας απ’ όλους στο ντόκο έχει να απαριθμήσει ναυτικά επιτεύγματα εφάμιλλα ενός Μαγγελάνου, γνώσεις Κουστώ και ετοιμότητα Κολόμβου. Δεν έχει καμία σημασία το τι πραγματικά έπραξε, όποτε
υπήρξε ανάγκη να πάρει πρωτοβουλία. Αφού η τύχη τον βοήθησε να πατήσει τελικά μια στεριά, είναι ελεύθερος να διανθίσει την περιγραφή των γεγονότων κατά το δοκούν. Ειδικά μάλιστα όταν δεν υπάρχουν μάρτυρες…



Απευκταίες οι συναντήσεις με μώλους, αλλά και τι δεν έχει να αντιμετωπίσει ένας καλός καπετάνιος!

Ο «μάρτυρας» είναι η λέξη κλειδί στην προκειμένη περίπτωση. Το σκάφος είναι «corpus delicti». Αυτό σημαίνει ότι, όσο κι αν προσπαθεί κάποιος να πείσει τους άλλους ότι είναι καλός ναύτης, ο τρόπος που το σκάφος του είναι δεμένο ή «νοικοκυρεμένο» τον προδίδει. Τι ωφελεί να επαίρεται για την επιδεξιότητά του στις μανούβρες, όταν η πρύμη του έχει «χαρτογραφήσει» όλους τους μώλους που προσέγγισε; Φυσικά, τα σκάφη δεν έχουν να «πουν» ιστορίες μόνο καθημερινής κρουαζιεράδικης τρέλας.



Αφού, όταν ρεμετζάρουμε, ο μώλος έχει την κακή συνήθεια να μην κάνει κάτι για ν’ αποφύγει το σκάφος μας, ας πάρουμε τα μέτρα μας…

Μερικά απ’ αυτά
υφίστανται και άλλου είδους καταπονήσεις όπως πχ. αγώνες. Εκεί κάθε θα μπορούσε να μαρτυρήσει επιδόσεις ναυτικής τέχνης, αλλά και ρεκόρ διαφόρων άλλων εποικοδομητικών ενασχολήσεων της υπερδραστήριας ομάδας! Η στιγμή της αλήθειας. Τα σκάφη εξομολογούνται και δεν είναι καθόλου δύσκολο για κάποιον που τα αγαπά, να τα αφουγκραστεί.



Αν δε φουντάρει ο καπετάνιος όπως πρέπει και τα βράχια… πλησιάζουν απειλητικά, η μόνη λύση είναι η άτακτος φυγή.

Το αγωνιστικό ιστιοφόρο
Ο ιδιοκτήτης μου είναι: Βλαμμένος. Φωνάζει και βρίζει τους πάντες, αλλά όλο με τους ίδιους πάει κι έρχεται. Βίτσιο κι αυτό!
Πιο πολύ υποφέρω: Στα πανιά μου. «Σκίσε με ν αλλάξω ράφτη» όπως λένε. Εμείς πάντως εξαντλήσαμε όλο τον κατάλογο των ιστιορραπτών, τόσο που φοβάμαι μην καταλήξω σε κανένα… Κωστέτσο!
Η στιγμή που είδα τα σκούρα: Όταν σαράντα μανιακοί όρμησαν να πάρουν εκκίνηση ή μάλλον εκδίκηση, με μπαλόνι μέσα σε 350 μέτρα. Θαύμα είναι πώς έχω ακόμα τα ρέλια μου!
Μου λείπει: Και τι δεν μού λείπει… οι πόρτες, τα τραπέζια, η άγκυρα, νερό και πετρέλαιο από τα τάνκια μου!
Δεν αντέχω: Τον απαίσιο και κακομαθημένο, που όταν δεν τον βλέπει ο καπετάνιος το παίζει ξερόλας και σκαλίζει αδιακρίτως κουμπιά, διακόπτες και τα ταλαίπωρα ηλεκτρονικά μου.
Η καλύτερή μου: Όταν τα «τσαμπιόνια» μου, μετά την κούραση, τα πίνουν και ξεραίνονται στον ύπνο.



Να προσέχουμε λίγο και την άγκυρά μην ξεσύρει, αρκετά σεμνά όμως, για να μην «ξεσέρνουν» και οι πέριξ αγκυροβολημένοι… «ναύτες».

.Το «τσαρτεράδικο» σκάφος

Ο ιδιοκτήτης μου είναι: Ο κύριος Γιαννάκης. Καλός αλλά άχρηστος. Ουδέποτε κατάφερε να καταλάβει ότι το «σκάφος» δεν είναι το ουδέτερο αντίστοιχο της «σκάφης», που είχε στο… χωριό του.
Πιο πολύ υποφέρω: Στην καρίνα μου. Έχω βυθομετρήσει όλα τα βραχάκια της ελληνικής επικράτειας εν υπηρεσία και όχι μονό…
Η στιγμή που είδα τα σκούρα: Όταν η ζωηρή παρέα αλλοδαπών επέμενε να με στριμώξει οπωσδήποτε ανάμεσα σε δύο «Γολιάθ», για να πιάσει πάσει θυσία μώλο.

Μου λείπει: Μια καινούργια αντλία σεντίνας, κάτι μεντεσέδες, ένα GPS, βερνίκια, η υπομονή και πάνω απΆ όλα, κάποιος να με προσέχει.

Δεν αντέχω: Τους Γερμανούς που πίνουν και τους ?γγλους που… μυρίζουν.
Η καλύτερή μου: Να εκδικούμαι τον κύριο Γιαννάκη με εκνευριστικές ζημιές, που δεν είχε τη σύνεση να προβλέψει…



Ας ξέραμε τι άλλο έχει «δει» αυτό το σκάφος, εκτός από τον κύριο… με τη γραβάτα.

Το πολυτελές κότερο του χλιδάτου

Ο ιδιοκτήτης μου είναι: Σχεδόν πάντοτε απών. Ο «μαύρος» με προσέχει, ο Φιλιππινέζος με καθαρίζει.
Πιο πολύ υποφέρω: Από την ακινησία.

Η στιγμή που είδα τα σκούρα: Όταν ο «μαύρος» μαζεύει και την παρέα του… (λίγο ρατσιστικό αλλά αρκούντως σκούρο).
Μου λείπει: Η θάλασσα!
Δεν αντέχω: Να με θεωρούν γκαρσονιέρα…
Η καλύτερή μου: Να πληρώνουν για μένα.



Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι και το κόκπιτ έχει αυτιά, ας ευχηθούμε μόνο μιλία να μην έχει…

Το ταχύπλοο του «γκαζάκια»

Ο ιδιοκτήτης μου είναι: Δημόσιος κίνδυνος. Κόντρες, σούζες, γκαζιές και μυαλό μαλακίου.
Πιο πολύ υποφέρω: Όταν η κυρία Σούλα «Κάνει ναυτιλία» και δεν ξέρω πού πηγαίνω.
Η στιγμή που είδα τα σκούρα: Από κάτι καφάσια, που επέπλεαν στο Σαρωνικό.

Μού λείπουν: Μερικά μπαλονάκια της προκοπής για να μην υποφέρουν τα πλευρά μου…
Δεν αντέχω: Την Κυρία Σούλα και τις κουτουλιές στους μώλους για να βγαίνει πιο άνετα…
Η καλύτερή μου: Όταν πηγαίνουμε για ψάρεμα και φουντάρουμε κάπου ήρεμα, άνευ κυρίας Σούλας, γιατί ευτυχώς ζαλίζεται…



Κάθε καλός καπετάνιος έχει πολλά να διηγηθεί και νΆ αφήσει σύξυλο στο ακροατήριό του.

Το μηχανοκίνητο του νεόπλουτου

Ο ιδιοκτήτης μου είναι: Χονδρέμπορος στη λαχαναγορά (ουδόλως ενοχλεί το επάγγελμα, όσο η επίδραση του νεοαποκτηθέντος ρευστού, ασχέτως προέλευσης).

Πιο πολύ υποφέρω: Από τα τακούνια, όταν φιλοξενώ κοσμικές συγκεντρώσεις.
Η στιγμή που είδα τα σκούρα: Όταν το αφεντικό, κρατώντας τα χειριστήρια, για μια στιγμή παρασύρθηκε στην πλάνη ότι οδηγούσε το παλιό Datsun του.
Μου λείπει: Το καλό γούστο και το ναυτικό στυλ…
Δεν αντέχω: Την άσκοπη επίδειξη.
Η καλύτερή μου: Η σκέψη ότι κάποια στιγμή μπορεί να περάσω σε άλλα χέρια.



Ψάχνοντας απεγνωσμένα για τον καπετάνιο. Δεν είμαστε σίγουροι πόσο πιο απελπισμένο μπορεί να είναι το φουσκωτό χωρίς τον κύριό του…

Το φουσκωτό του φανατικού

Ο ιδιοκτήτης μου είναι: Τρελός μαζί μου. Ποτέ δεν θα με άλλαζε με τίποτα.
Πιο πολύ υποφέρω: Όταν «τον πιάνει» και αφηνιάζουμε πάνω στα κύματα. Κάθε αγάπη έχει και πόνο…
Η στιγμή που είδα τα σκούρα: Με το τρέϊλερ στο δρόμο. Δεν μού αρέσουν καθόλου μα καθόλου τΆ αυτοκίνητα.

Μου λείπει: Μια προσιτή γλίστρα.

Δεν αντέχω: Τις επισκευές από άσχετους. Πρέπει να με κρατούν ευχαριστημένο, γιατί αν ξεφυσήξω… από αγανάκτηση, χάθηκαν!
Η καλύτερή μου: Να βρω την εξωλέμβια της ζωής μου.



Ένα από τα πλέον «καταραμένα» ντεκ, που δεν ξέρουμε τι θα μπορούσε να κάνει για νΆ αποτινάξει τους… «300 του Λεωνίδα», που αρμενίζουν.